Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010

ΑΣΤΥΝΟΜΕΥΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΣΤΙΣ USA

Το Οικονομικό Παιχνίδι Απλουστευμένο! Ελλάδα: Too Big To Fail; .

Ελλάδα: Too Big To Fail; .


Τετάρτη, 22 Δεκέμβριος 2010 01:02 .Πρόσφατα, κάνει το γύρο του δημόσιου διαλόγου μια αντίληψη ή άποψη η οποία εκφράζεται τόσο από ειδικούς όσο και από πολιτικούς αλλά και από μερίδα των ΜΜΕ. Αφού οι λύσεις τύπου "ευρωομολόγου" δεν φαίνεται να υλοποιούνται - τουλάχιστον άμεσα - κι αφού η κατάσταση στην οικονομία, παρά τα όποια μέτρα, δε φαίνεται να βελτιώνεται κι ενώ η φημολογούμενη και περίφημη πια "επιμήκυνση" αποτελεί ακόμα προσδοκία κι όχι πραγματικότητα, προβάλλεται η άποψη - δοκιμασμένη στη Δύση - που θέλει την Ελλάδα ή και ευρύτερα τις οικονομίες της Ευρωζώνης με σοβαρή κρίση χρέους να είναι "πολύ μεγάλες" ώστε να αφεθούν στην τύχη τους. Το γνωστό "Too Big to Fail". Οπότε - κουτοπόνηρα - προκύπτει το, αφελές, ερώτημα:" Και τι θα κάνει μετά η Γερμανία; Θα υποκύψει!"

Επιγραμματικά, η θεωρία αυτή φρονεί ότι "μεγάλου μεγέθους" οικονομικές οντότητες - κράτη, τράπεζες, οργανισμοί κλπ - δύσκολα μπορούν να αφεθούν να πτωχεύσουν, διότι οι συνέπειες για τους υπόλοιπους δρώντες είναι πολύ μεγαλύτερες από τη διάσωσή τους. Πιο απλά, το κόστος διάσωσης - για τους τριγύρω - είναι μικρότερο από το κόστος που θα υποστούν αν αφεθούν στην τύχη τους τα "κακά παιδιά".

Τι γίνεται όμως στην περίπτωση της Ελλάδας; Είναι δηλαδή πράγματι η Ελλάδα, έστω και μαζί με τις υπόλοιπες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου "too big to fail";
Εγώ θα σε προχωρήσω ακόμη παραπέρα. Από τη μια μεριά θα σου βάλω το Νότο (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία), βεβαίως την Ιρλανδία και θα σου προσθέσω το Βέλγιο και τη Γαλλία! Όλους μαζί. Όλους τους μικρούς και μεγάλους "αδύναμους κρίκους". Αυτοί συγκροτούν μια αλυσίδα "χρέους" με αυξανόμενο ρίσκο για τους επενδυτές. Όλο αυτό το "συγκρότημα" είναι όντως "too big to fail";

Κατ' αρχάς ας ορίσουμε το "fail", την αποτυχία δηλαδή. Για κάθε χώρα είναι προφανές ότι σημαίνει διαφορετικά πράγματα. Για την Ελλάδα - ας πούμε - το "απόλυτο fail" θα ήταν μια απευκτέα στάση πληρωμών. Για τη Γαλλία από την άλλη θα ήταν, πιθανόν, μια υποβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας που θα την οδηγούσε σε χρηματωπιστωτική κρίση.

Και πως παίζεται αυτό το παιχνίδι; Απλούστατα. Φαντάσου ένα τραπέζι όπου από τη μια μεριά κάθονται οι χώρες που αναφέραμε. Από την άλλη οι διεθνείς επενδυτές. Χωρίς να μπούμε σε λεπτομέρειες, στο απλοποιημένο αυτό μοντέλο, ο καθένας από τους παίκτες βάζει στο τραπέζι τα λεφτά του. Ποιος κερδίζει; Αυτός που θα βάλει τα περισσότερα. Αν βάλεις εσύ 100 κι εγώ 110, παίρνω τα δικά σου εκατό. Ποιο είναι το μυστικό; Κανείς από τους παίκτες δεν γνωρίζει πόσα συνολικά χρήματα έχει ο αντίπαλός του. Αν εγώ έχω έρθει να παίξω το πολύ 500 ευρώ ας πούμε, τόσα έχω στην τσέπη μου, δεν το ξέρει κανείς. Ούτε εγώ ξέρω με πόσα έχουν έρθει να παίξουν οι αντίπαλοί μου. Βάζω 200 για αρχή, βάζεις 200. Βάζω άλλα 300 - που είναι και τα τελευταία μου αλλά εσύ δεν το ξέρεις - και τότε διαπιστώνω ότι εσύ έχεις άλλα 100 μόνο να βάλεις. Κερδίζω και σου παίρνω το πακετάκι. Αν εσύ βάλεις άλλα 500, μου τα πήρες όλα. Και πτώχευσα! Τόσο απλό είναι.

Στην πράξη βέβαια είναι απείρως πιο περίπλοκο. Λάβε υπόψη σου ότι οι χώρες - δυστυχώς όχι η Ελλάδα - έχουν και παραγωγή. Πουλάνε προϊόντα και "γεμίζουν" τις τσέπες τους για να ξαναπαίξουν. Γιατί παίζουν οι χώρες; Μα για να εξασφαλίσουν κεφάλαια ώστε να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν. Γιατί παίζουν οι αγορές; Για να κερδίσουν. Όλα τα άλλα είναι τεχνικές λεπτομέρειες.
Το ερώτημα λοιπόν μεταφράζεται στο εξής: Ποιος έχει τα περισσότερα ώστε να "πτωχεύσει" τον άλλον; Οι επενδυτές ή οι χώρες; Ή ποιος προτίθεται να "παίξει" τα περισσότερα; Όποιος δεν "παίζει" δεν έχει ρευστό. Ή δεν το χρειάζεται. Οπότε με δυσκολία θα "σηκωθείς" από το τραπέζι!
Ποιος λοιπόν διαθέτει τα περισσότερα "φράγκα"; Απάντηση: οι επενδυτές. Τα διακινούμενα επενδυτικά κεφάλαια παγκοσμίως στην αγορά ομολόγων (χρεών δηλαδή) ανήλθαν το 2009 στο απίστευτο ποσό των 64 Τρις (όχι δις! Τρις!) ευρώ! Στην αγορά συναλλάγματος διακινούνται παγκοσμίως σε ημερήσια βάση - κάθε μέρα δηλαδή! - περίπου 3 τρις (και πάλι όχι δις! Τρις!) ευρώ! Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, ο μηχανισμός στήριξης της Ευρωζώνης έχει - θεωρητικά, δηλαδή εγκεκριμένα όχι κάπου στα θησαυροφυλάκιά του, άρα θα τα δανειστεί και πάλι από τις αγορές - περίπου 1 Τρις (παρά 200 δις) ευρώ!
Είναι λοιπόν προφανές ότι κανείς δεν είναι "too big to fail". Κι αν αυτή είναι η ύστατη στρατηγική της Ελληνικής Κυβέρνησης, θα ήταν πολύ φρόνιμο να το ξανασκεφτεί. Τα παραδείγματα πολύ μεγαλύτερων οικονομιών που οδηγήθηκαν σε στάση πληρωμών είναι πάρα πολλά στην ιστορία. Ευτυχώς υπάρχει διέξοδος. Κι αυτή είναι η παραγωγή. Να πουλάς κάτι εκτός από χρέος. Να "φέρνεις" χρήματα στη χώρα όχι μόνο από το "καταραμένο" τραπέζι του "τζόγου" του διεθνούς δανεισμού. Εκτός κι αν το κάνεις "για το καλό" τώρα που έρχονται και γιορτές...

Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΗΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ 2010


ΕΡΩΤΗΣΗ: ΤΟ ΔΑΝΕΙΟ ΤΩΝ 50 ΕΚ. ΕΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΤ. ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΔΗΜΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ, ΚΑΤΑ ΠΟΣΟ ΕΧΕΙ ΑΠΟΡΟΦΗΘΕΙ, ΚΑΙ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ  ; 

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

Ο ΧΡΥΣΟΣ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ .

Η ιστορία των μεταλλείων Χαλκιδικής ξεκινάει το 2003.


Τότε η Hellas Gold, στην οποία μετείχαν η European Goldfields με κύριο μέτοχο τον Ρουμάνο Φρανκ Τίμις με 30%, η κατασκευαστική Ακτωρ του ομίλου Μπόμπολα με 35% και ο Δημήτριος Κούτρας, υψηλόβαθμο στέλεχος της Ακτωρ, με 30%, αγόρασαν με μεσολάβηση της τότε κυβέρνησης έναντι 11 εκατ. ευρώ την εταιρεία των μεταλλείων, μετά την πτώχευση της καναδικής TVX Gold. Οπως είχε γράψει ο τύπος, επισπεύδων στην εξεύρεση λύσης για τα μεταλλεία ήταν ο τότε υφυπουργός Οικονομίας Χρήστος Πάχτας, που ενδιαφερόταν να προσφέρει λύση στα προβλήματα ανεργίας στην εκλογική του περιφέρεια.
Η συμμετοχή της εταιρείας του Φρανκ Τίμις στο επιχειρηματικό σχήμα προωθήθηκε από το περιβάλλον του τότε υπουργού Ανάπτυξης Ακη Τσοχατζόπουλου.
Στα μέσα του 2007 η Ακτωρ έδωσε το μεγαλύτερο μέρος των μετοχών που είχε στην Ελληνικός Χρυσός (Hellas Gold) (ποσοστό 30% του μετοχικού κεφαλαίου έναντι συνόλου συμμετοχής 35%) στην European Goldfields, με αντάλλαγμα το 19,4% των μετοχών της European Goldfields. Παράλληλα, αποτιμήθηκε η Ελληνικός Χρυσός με 592 εκατ. δολάρια (422 εκατ. ευρώ με βάση τις σημερινές ισοτιμίες), όταν τρία χρόνια νωρίτερα είχε πουληθεί με 11 εκατ. ευρώ.

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

Έγκλημα η μη εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Ελλάδας

"Έγκλημα η μη εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Ελλάδας"



Ο Γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (IΓME) κ. Κωνσταντίνος Παπαβασιλείου είναι κατηγορηματικός: «Είναι απαραίτητο να ξεκινήσει το συντομότερο η επεξεργασία του χρυσού που έχει ανακαλυφθεί στην Βόρεια Ελλάδα».

Σε συνέντευξή του στο Capital.gr, ο επικεφαλής του ΙΓΜΕ και αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών τονίζει ότι οι ενστάσεις κατά της δημιουργίας χρυσωρυχείων στην Ελλάδα είναι επιστημονικά έωλες και σημειώνει ότι όσοι αντιδρούν κατά της υλοποίησης τέτοιου είδους επενδύσεων εξυπηρετούν ίδια συμφέροντα.

Εξηγεί ότι οι δικλείδες ασφαλείας για το περιβάλλον που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αυστηρότατες και αναφέρει ότι επενδύσεις χρυσού υπάρχουν σε όλο τον κόσμο.


Συνέντευξη στο Δημήτρη Δελεβέγκο

Κύριε Παπαβασιλείου, πόσο πλούσια σε ορυκτό πλούτο είναι η Ελλάδα;

Δεδομένου του μεγέθους της, η Ελλάδα είναι αρκετά χαρισματική σε ορυκτές πρώτες ύλες και ένα μεγάλο μέρος τους ιδίως στη Νότια Ελλάδα, είναι υπό αξιοποίηση. Η χώρα μας διαθέτει ένα από τα πλουσιότερα κοιτάσματα βωξιτών, νικέλιο, ενώ η Μήλος αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα μεταλλευτικό κέντρο βιομηχανικών ορυκτών στην Ευρώπη. Και βέβαια είναι πλούσια σε πολύτιμα μέταλλα, των οποίων η εκμετάλλευση καθυστερεί απελπιστικά.

Πόση είναι η συνολική αξία των κοιτασμάτων χρυσού στην Β. Ελλάδα;

Μόνο στα μεταλλεία των Σκουριών και της Ολυμπιάδας Χαλκιδικής ξεπερνά τα 12 δισ. ευρώ. Στο Πέραμα Θράκης τα κοιτάσματα χρυσού είναι ύψους δύο δισ. και η αξία του αργύρου που έχει ανακαλυφθεί αγγίζει τα 800 εκατ. ευρώ. Γίνεται εύλογα αντιληπτό τί ευεργετικές συνέπειες έχει για την εθνική οικονομία η αξιοποίησή τους, αλλά και για τις περιοχές αυτές, όπου τα ποσοστά ανεργίας είναι 20-25%.

Γιατί μέχρι σήμερα δεν έχουμε καταφέρει να μετατρέψουμε σε πηγή πλούτου τον χρυσό;

Υπό τη σημερινή συγκυρία αποτελεί πολυτέλεια να μην εκμεταλλευόμαστε τον χρυσό, την στιγμή που υπάρχουν «έτοιμοι» επενδυτές. Η Ελλάδα έχει συνολικά προς εκμετάλλευση 396 τόνους αποθεμάτων χρυσού και το μόνο μεταλλείο που δραστηριοποιείται στη Βόρεια Ελλάδα είναι αυτό στο Στρατώνι Χαλκιδικής. Και αυτό ουσιαστικά εξάγει συμπύκνωμα μεταλλεύματος, δηλαδή όλο το μέταλλο πηγαίνει στο εξωτερικό, όπου κατευθύνεται στη μεταλλουργία.

Η καθυστέρηση οφείλεται κατά κύριο λόγο στους λεγόμενους οικολόγους-περιβαλλοντολόγους και σε πολύ μικρότερο βαθμό στην γραφειοκρατία. Είναι τραγικό να συμβαίνει αυτό.

Οι οικολόγοι πάντως αντιδρούν στην υλοποίηση χρυσωρυχείων στην χώρα μας επειδή, όπως αναφέρουν, θα προκαλέσει μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στο περιβάλλον.

Όταν μία εταιρεία παρουσιάζει μία μελέτη και εξηγεί ότι θα υλοποιήσει ένα έργο σύμφωνα με συγκεκριμένη μέθοδο, δεν γίνεται ορισμένοι να αντιδρούν, υποστηρίζοντας a priori ότι το έργο θα καταστρέψει το περιβάλλον. Είναι δηλαδή απαράδεκτο να μην στηρίζουν τις ενστάσεις τους σε επιστημονικά επιχειρήματα ή λόγου χάρη σε συγκεκριμένη πανεπιστημιακή μελέτη που να αποδεικνύει ότι όντως μία επένδυση είναι επιζήμια περιβαλλοντικά. Γιατί δεν ζητούν από ένα πανεπιστήμιο να αναιρέσει την εγκυρότητα των μελετών που έχουν κατατεθεί στο υπουργείο Περιβάλλοντος για τις επενδύσεις που σχεδιάζονται στη Χαλκιδική και το Πέραμα; Είναι λυπηρό διότι απλώς φωνασκούν, τρομοκρατούν και κοροϊδεύουν τον κόσμο.

Όσοι εμποδίζουν την πραγματοποίηση επενδύσεων χρυσού εξυπηρετούν συμφέροντα;

Ορισμένοι από όσους αντιδρούν κρύβονται πίσω από την Οικολογία, αλλά ουσιαστικά εξυπηρετούν ίδια συμφέροντα. Υπάρχουν ιδιοκτήτες κτημάτων και γης που νομίζουν ότι τα μεταλλεία θα εμποδίσουν την τουριστική ανάπτυξη του τόπου τους. Στην Βόρεια Ελλάδα όμως η τουριστική περίοδος δεν διαρκεί περισσότερο από δύο μήνες, ενώ εκεί που βρίσκονται τα μεταλλεία υπάρχει ελάχιστος τουρισμός. Ή μήπως το Πέραμα της Θράκης και η Αλεξανδρούπολη αποτελούν ή πρόκειται να μετατραπούν σε τουριστικούς προορισμούς; Είναι εκτός πραγματικότητας όσοι υποστηρίζουν αυτά.

Μεταλλεία χρυσού και προστασία περιβάλλοντος μπορούν να συνυπάρξουν;

Μεταλλουργίες χρυσού υπάρχουν στη Σκανδιναβία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Γαλλία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θέτει τόσο αυστηρές προδιαγραφές για την προστασία του περιβάλλοντος από εξορυκτικές δραστηριότητες που εμποδίζεται η υλοποίηση επενδύσεων που επιβαρύνουν το περιβάλλον. Εξάλλου, η τιμή του χρυσού και του αργύρου είναι τόσο υψηλή που επιτρέπει στις εταιρείες να λάβουν και τα πιο αυστηρά μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος, κάτι που ήδη κάνουν.

Σε όλη την Ευρώπη, στον Καναδά και την Αυστραλία, όπου υπάρχουν μεγάλα μεταλλευτικά κέντρα, δίνεται η δυνατότητα στις τοπικές κοινωνίες να συστήσουν επιστημονική επιτροπή που ανατίθεται σε ανεξάρτητο φορέα, π.χ. πανεπιστήμιο, την παρακολούθηση της τήρησης των περιβαλλοντικών όρων. Η διαδικασία αυτή γίνεται σχεδόν σε διμηνιαία βάση, οπότε και η παραμικρή παρέκκλιση εντοπίζεται άμεσα.

Αληθεύει η φημολογία που θέλει τον πρωθυπουργό να έχει ζητήσει από το ΙΓΜΕ χάρτες με τον ορυκτό πλούτο της χώρας;

Όχι. Το υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ενδιαφέρεται σαφώς για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου και έχει ζητήσει από το Ινστιτούτο να προχωρήσει σε μία ευρύτερη αξιολόγηση των ορυκτών της χώρας. Κάτι ωστόσο που αποτελεί υποχρέωσή μας και θα το πράτταμε ακόμη και να μην μας το ζητούσαν.
Αισιοδοξείτε για την υλοποίηση των projects που σχεδιάζουν οι εταιρείες Ελληνικός Χρυσός και Χρυσωρυχεία Θράκης στην Β. Ελλάδα;

Είναι επιτακτικής σημασίας να προχωρήσουν οι δύο αυτές επενδύσεις, οι οποίες είναι πλήρως τεκμηριωμένες επιστημονικά και οι όποιες ενστάσεις είναι έωλες.

Πηγή:www.capital.gr

Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΠΑΡΑΧΩΡΕΙ ΚΥΡΙΑΡΧΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ !

EUROPEAN COMMISSION-- NON COMPETENT MEMBERS>

European Council - December 2010: Press conference

COHN - BENDIT -- GREECE ( ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟ ΔΕΙΤΕ!)

Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010

The MILGRAM experiment.

Το πρόγραμμα Milgram ήταν μια σειρά πειραμάτων κοινωνικής ψυχολογίας που διενεργήθηκαν από τον ψυχολόγο του Πανεπιστημίου του Γιέηλ (Yale), Stanley Milgram.

Μετρήθηκε η προθυμία των συμμετεχόντων στο να υπακούν ένα πρόσωπο (Επιστήμονα) που συμβολίζει εξουσία και αυθεντία, όταν αυτός τους ζητούσε να κάνουν πράγματα που αντιτίθενται στην συνείδησή τους.

Τα πειράματα ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 1961, τρεις μήνες μετά την έναρξη της δίκης του Γερμανού ΝΑΖΙ Adolf Eichmann για το Ολοκαύτωμα. Το πείραμα καλούνταν να απαντήσει στο ερώτημα: “Ο Eichmann και οι συνεργοί του, είχαν κοινό σκοπό τουλάχιστον ως αναφορά το σκοπό του Ολοκαυτώματος;”.

Τα πειράματα του Milgram έδειξαν ότι είναι δυνατόν εκατομμύρια συνεργοί απλά ακολουθούν τις εντολές τους, ακόμα κι αν αυτές παραβιάζουν τις βαθύτερες ηθικές αρχές τους.

The Milgram Experiment 2

The Milgram Experiment 1

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

Οι μυστικές διαδρομές του κεφαλαίου… (ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΗΣ!)

Οι μυστικές διαδρομές του κεφαλαίου… .


Δευτέρα, 13 Δεκέμβριος 2010 02:30 .
Η ευρηματική δημιουργία του χρήματος, η ιδιάζουσα λειτουργία του χρηματοπιστωτικού κλάδου, οι τραπεζικές επιδρομές, η κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών και η ενδεχόμενη χειραγώγηση της τιμής του χρυσού, από την τραπεζική ναυαρχίδα
«Άφησε με ελεύθερο να εκδίδω και να ελέγχω τα χρήματα ενός έθνους και δεν με ενδιαφέρει ποιος ψηφίζει τους νόμους του», είχε αναφέρει χαρακτηριστικά ο M.A. Rothschild, επιφανές μέλος της ομώνυμης ευρωπαϊκής (γερμανικής) ιουδαϊκής οικογένειας, η οποία ίδρυσε στα τέλη του 18ου αιώνα τα γνωστά τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Ο δε αμερικανοκαναδός οικονομολόγος J.K. Galbraith, γνωστός υπέρμαχος του φιλελευθερισμού, είχε τονίσει ότι, «Η διαδικασία, με την οποία οι τράπεζες δημιουργούν νέο χρήμα, είναι τόσο απλή, που το μυαλό αηδιάζει».

Αναλυτικότερα, με τη διαδικασία της «δημιουργίας» χρήματος «κατασκευάζεται» ουσιαστικά το «λογιστικό χρήμα», το οποίο στη συνέχεια «διοχετεύεται» στο κυκλοφοριακό σύστημα της Οικονομίας. Το γεγονός αυτό δεν συμβαίνει βέβαια με την εκτύπωση χρημάτων, αλλά με την λήψη δανείων εκ μέρους του δημοσίου, των επιχειρήσεων και των ιδιωτών, από τις εμπορικές τράπεζες – επίσης, με τη δανειοδότηση των ιδιωτικών τραπεζών από τις εκάστοτε κεντρικές τους, ή από την αντίστοιχη μεταξύ τους, στη διατραπεζική αγορά.

Για παράδειγμα, όταν μία εταιρεία (ιδιώτης, δημόσιο) δανείζεται από μία εμπορική τράπεζα, «δημιουργούνται» αυτόματα νέα χρήματα – όπως και όταν η ιδιωτική τράπεζα δανείζει κάποια άλλη ή δανείζεται από την κεντρική. Εκτός αυτού, δημιουργούνται επίσης νέα χρήματα από τις ιδιωτικές τράπεζες, όταν αγοράζουν στοιχεία του Ενεργητικού τους (αξιόγραφα, ακίνητα κλπ), ανοίγοντας πιστωτικό λογαριασμό (όψεως) στον πωλητή, με τον οποίο συναλλάσσονται.

Έτσι λοιπόν, η «δημιουργία» του νέου χρήματος είναι συνδεδεμένη με τη δημιουργία πιστώσεων, ενώ η εξόφληση των πάσης φύσεως δανείων, ή η πώληση των στοιχείων του ενεργητικού από τις τράπεζες «καταστρέφει», περιορίζει δηλαδή, την υφιστάμενη ποσότητα χρημάτων. Τα «άϋλα» χρήματα δε που «παρασκευάζονται» ή «καταστρέφονται» με αυτόν τον τρόπο, ονομάζονται, σε αντίθεση με αυτά που προέρχονται από τα ευγενή μέταλλα, «Fiat Money» - από το λατινικό «fiat», το οποίο μεταφράζεται ως «δημιουργία» (στην προκειμένη περίπτωση, χρήματα που δημιουργούνται από το τίποτα.

Είναι ίσως σκόπιμο να προσθέσουμε εδώ ότι, τα χρήματα που δημιουργούνται με αυτή τη «μαγική» διαδικασία, αντιπροσωπεύουν πραγματικές αξίες (ΑΕΠ), εφόσον δανείζονται έναντι υλικών αξιών (ακίνητα, αξιόγραφα, μετοχές κλπ), οι οποίες «δεσμεύονται» από τις τράπεζες σαν εγγυήσεις. Όταν όμως οι υλικές αυτές αξίες είναι υπερτιμημένες, όπως στο παράδειγμα των Subprimes (Η.Π.Α., Ισπανία, Ιρλανδία κλπ), όταν δηλαδή υπάρχουν «στρεβλώσεις» στις αγορές, τότε τα χρήματα που δημιουργούνται με το συγκεκριμένο αντίκρισμα είναι εντελώς αδικαιολόγητα – με αποτέλεσμα να «εκβάλλουν» στις γνωστές μας χρηματοπιστωτικές κρίσεις, όπου «καταστρέφονται» (διαγράφονται) στην πραγματικότητα οι υπερβάλλουσες ποσότητες.

Οφείλουμε να σημειώσουμε επίσης ότι, οι εμπορικές τράπεζες επιτρέπεται να δανείζουν στους καταναλωτές (επιχειρήσεις και ιδιώτες), ένα συγκεκριμένο πολλαπλάσιο ποσόν των συναλλαγματικών αποθεμάτων τους (καταθέσεων), στην εκάστοτε κεντρική τράπεζα. Στην Ευρώπη (ΕΚΤ) είναι υποχρεωμένες να διαθέτουν ένα ελάχιστο απόθεμα καταθέσεων (ρεζέρβα) ύψους 2% - γεγονός που σημαίνει ότι μπορούν να δανείζουν το 50πλάσιο των καταθέσεων που διατηρούν στην κεντρική τράπεζα, με τη μορφή λογιστικών χρημάτων (θα αλλάξει στο 33πλάσιο, με βάση τη συνθήκη της Βασιλείας ΙΙΙ, αλλά από το 2018 – τόσος ήταν ο «πολλαπλασιαστής» κεφαλαίων στη Lehman Brothers, όταν χρεοκόπησε).

Σε ορισμένες χώρες (Καναδάς, Σουηδία, Μ. Βρετανία) δεν είναι υποχρεωμένες οι ιδιωτικές τράπεζες να διαθέτουν ελάχιστα αποθέματα στις κεντρικές. Φυσικά τηρούνται παράλληλα ορισμένοι άλλοι κανόνες, όπως το ύψος των καταθέσεων σε σχέση με την εκχώρηση δανείων, έτσι ώστε να υπάρχει κίνητρο για τις τράπεζες, η «διαχείριση» των αποταμιεύσεων και διάφοροι άλλοι, στους οποίους θα αναφερθούμε εκτενέστερα στο μέλλον. Ειδικά όσον αφορά τα μετρητά χρήματα, η δημιουργία τους είναι αποκλειστικό «προνόμιο» της εκάστοτε κεντρικής τράπεζας – αν και αποτελούν ένα ελάχιστο μέρος (περί το 3%), της συνολικής ποσότητας χρήματος, ενώ βαίνουν συνεχώς μειούμενα.

Η αιτία της μείωσης των μετρητών χρημάτων, ανεξάρτητα με τα όσα συνήθως λέγονται, είναι η περιορισμένη ωφέλεια (κερδοφορία) των τραπεζών, αφού δεν μπορούν να 50πλασιαστούν ανάλογα - παράλληλα με το ότι απαιτούνται ίσου ύψους καταθέσεις των εμπορικών, στις κεντρικές τράπεζες. Αυτός είναι ουσιαστικά ο κύριος λόγος, για τον οποίο οι συναλλαγές με μετρητά χρήματα περιορίζονται συνεχώς, ακόμη και νομοθετικά, αντικαθιστάμενες με το «πλαστικό χρήμα», με τη χρήση επιταγών ακόμη και για μικρά ποσά κλπ. Οι τράπεζες αντιπαθούν λοιπόν τις συναλλαγές με μετρητά, επειδή διαθέτουν συνήθως πολύ περιορισμένα αποθέματα πραγματικών χρημάτων – για κανέναν άλλο λόγο.
Συνεχίζοντας, από τα παραπάνω τεκμηριώνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η «τοκογλυφική» λειτουργία των τραπεζών, η οποία δεν είναι «σχήμα λόγου», αλλά απτή πραγματικότητα. Για παράδειγμα, όταν μία τράπεζα διαθέτει καταθέσεις ενός εκατομμυρίου στην κεντρική μπορεί, σύμφωνα με όσα έχουμε αναφέρει, να δανείζει 50 εκατομμύρια – δηλαδή, 49.000.000 περισσότερα από αυτά που διαθέτει. Εάν χρεώνει λοιπόν επιτόκιο 5%, κερδίζει ετήσια 2.500.000, διαθέτοντας καταθέσεις ύψους 1.000.000. Επομένως, κερδίζει 250% ετησίως στο ποσόν που πραγματικά «επενδύει» - ένα εξόφθαλμα τοκογλυφικό επιτόκιο, άνω του 20% μηνιαία (οι τοκογλύφοι κερδίζουν πολύ λιγότερα).

Εάν συμπληρώσουμε δε ότι οι τράπεζες, με διάφορα τεχνάσματα πολλαπλασιάζουν ακόμη περισσότερο τον «αέρα» που δανείζουν (για παράδειγμα, όταν ασφαλίζουν τα δάνεια τους, θεωρούνται σαν να μην υπάρχουν – έτσι λειτούργησαν οι τράπεζες με τα γνωστά μας πια CDS, τα Credit Default Swaps), τότε τα επιτόκια που απολαμβάνουν στο αρχικό τους εγγυητικό κεφάλαιο του 1.000.000, ξεπερνούν κατά πολύ το 500% ετησίως.

Επίσης από εδώ διαπιστώνεται το τεράστιο πρόβλημα που θα δημιουργούταν στις τράπεζες των χωρών που έχουν δανείσει τη χώρα μας (κάτι ανάλογο συνέβη με την πτώχευση της Lehman Brothers), στην περίπτωση μίας ενδεχόμενης χρεοκοπίας της. Στον Πίνακα Ι φαίνεται, για παράδειγμα, ότι, οι Γαλλικές τράπεζες, οι οποίες είχαν δανείσει στην Ελλάδα 75 δις $, είχαν καταθέσεις στην ΕΚΤ, για το συγκεκριμένο βέβαια δάνειο, το πολύ 1,5 δις $ - με υποθετικό πολλαπλασιαστή (leverage – ξεπερνάει συχνά το 100πλάσιο) μόλις 50πλάσιο:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου σε εκ. δολάρια, καταθέσεις χρημάτων στην εκάστοτε κεντρική τράπεζα, σε εκ. δολάρια
Ομόλογα

Καταθέσεις στις κεντρικές τράπεζες
Γαλλία

75.452

1.509,04

Ελβετία

63.966

1.279,32



Γερμανία

43.236

864,72



Η.Π.Α.

16.411

328,22



Μ. Βρετανία

12.342

246,84



Ολλανδία

11.849

236,98



Πορτογαλία

10.317

206,34



Ιρλανδία

8.506

170,12



Ιαπωνία

8.447

168,94



Ιταλία

8.381

167,62



Υπόλοιπες χώρες

43.693

873,86











Γενικό σύνολο

302.600

6.052

Πηγή: Αναφορά τρίτου τετραμήνου 2009 της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS).
 Β. Βιλιάρδος

Από τον Πίνακα Ι διαπιστώνεται ότι, υποθέτοντας πως όλες οι ξένες τράπεζες δάνεισαν τη χώρα μας μόνο με το 50πλάσιο των καταθέσεων τους στην εκάστοτε κεντρική τους, διέθεσαν μόλις 6,052 δις $ - για συνολικά δάνεια 302.600 εκ. $. Εάν όμως η Ελλάδα χρεοκοπούσε, θα ήταν υποχρεωμένες να καταθέσουν τα υπόλοιπα 296,548 δις $ στην κεντρική τράπεζα – ένα πραγματικά τεράστιο ποσόν (το 50πλάσιο), το οποίο θα οδηγούσε ίσως κάποιες από αυτές επίσης στη χρεοκοπία (ένα από τα σημαντικότερα «διαπραγματευτικά χαρτιά», το οποίο φαίνεται ότι δεν χρησιμοποίησε η κυβέρνηση μας, για λόγους που μόνο η ίδια γνωρίζει).

Ένα επόμενο συμπέρασμα είναι το ότι, μας δάνεισαν 6,52 δις $ πραγματικά χρήματα, εισπράττοντας «τοκογλυφικούς τόκους» για 302.600 δις $ λογιστικό χρήμα (το ίδιο συμβαίνει προφανώς και με τις Ελληνικές τράπεζες, όσον αφορά τα δάνεια τους στο δημόσιο). Το τι θα σήμαινε μία ενδεχόμενη χρεοκοπία της Ιρλανδίας, η οποία οφείλει πάνω από 730 δις $ στις τράπεζες (εξ αυτών, τα 508,6 δις $ στις ευρωπαϊκές), είναι τουλάχιστον «ανατριχιαστικό». Πόσα κερδίζουν βέβαια οι νέοι δανειστές μας, από το «πακέτο» στήριξης της οικονομίας μας, με το «ψηφιακό ποσόν» των 110 δις € που μας δανείζουν πλέον ενυπόθηκα, με «δόσεις υποτέλειας», είναι αρκετά εμφανές – γεγονός που σημαίνει ότι, δεν θα έχουν την παραμικρή διάθεση να μας «επιτρέψουν» (επιστρέψουν) την Εθνική μας κυριαρχία.

Ο κίνδυνος τώρα των μαζικών αναλήψεων των καταθετών από τις τράπεζες (επιδρομή στις τράπεζες - Bank run) οφείλεται στο ότι, οι τράπεζες διαθέτουν μόνο ένα ελάχιστο ποσοστό των καταθέσεων σε μετρητά, της τάξης του 3%. Εάν λοιπόν ένας μεγαλύτερος αριθμός καταθετών θελήσει να αποσύρει τα χρήματα του, οι τράπεζες αδυνατούν να τα διαθέσουν. Έτσι συνέβη σε γενικές γραμμές στην κρίση του 1930 - κάτι που τελικά επιλύθηκε αργότερα, ως ένα βαθμό, με τη βοήθεια της ίδρυσης των κεντρικών τραπεζών, οι οποίες καλύπτουν (εν μέρει φυσικά), τέτοιου είδους ενδεχόμενα (Bank run).

Αυτό που επίσης συνέβη στην ίδια κρίση (1930), ήταν η μανία «αποχρέωσης» των νοικοκυριών (επιστροφή παλαιών δανείων, κανένας νέος δανεισμός) – γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα, αφενός μεν την «καταστροφή» μεγάλων ποσοτήτων χρήματος, αφετέρου το μηδενισμό της δημιουργίας νέων (μία από τις σημαντικότερες «παρενέργειες» του φαινομένου του «στασιμοπληθωρισμού», από τον οποίο κινδυνεύει τα μέγιστα σήμερα η χώρα μας, λόγω της ΔΝΤ-πολιτικής, στην οποία «σέρνεται» κυριολεκτικά η κυβέρνηση μας).
Χωρίς να επεκταθούμε σε περαιτέρω λεπτομέρειες, αφού ο σκοπός του κειμένου μας είναι διαφορετικός (θα επανέλθουμε με ιδιαίτερο άρθρο μας), δεν μπορεί κανείς παρά να αναρωτηθεί, ποια είναι η τελική πηγή των χρημάτων – κάτι αντίστοιχο δηλαδή, με την αναζήτηση της αρχής του σύμπαντος και του δημιουργού του.

Εχοντας την απάντηση, καταλήγει εύκολα στην Τράπεζα των Τραπεζών – στην «Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών» δηλαδή (Bank for International Settlements ή BIS) η οποία, με έδρα τη Βασιλεία, λειτουργεί ουσιαστικά σαν την κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών. Η πόλη αυτή της Ελβετίας είναι γνωστή από τους κανόνες που θεσπίζονται για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, με την ονομασία Βασιλεία Ι, Βασιλεία ΙΙ κλπ. Επίσης, από την εντυπωσιακά μεγάλη έκθεση χρυσού και πολυτίμων λίθων, στην οποία πρωτοστατούν οι Εβραίοι.

Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ BIS
Η κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών» (BIS) είναι μία διεθνής οργάνωση του χρηματοπιστωτικού κλάδου, η οποία διαχειρίζεται ένα μέρος των διεθνών συναλλαγματικών αποθεμάτων. Ιδρύθηκε το 1930 από τις κεντρικές τράπεζες του Βελγίου, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Μ. Βρετανίας και της Ιταλίας, καθώς επίσης από δύο ομίλους ιδιωτικών τραπεζών των Η.Π.Α. και της Ιαπωνίας. Ο αρχικός σκοπός της ίδρυσης της ήταν η εξασφάλιση της ικανότητας αποπληρωμής των πολεμικών αποζημιώσεων του 1ου παγκοσμίου πολέμου από τη Γερμανία, σε συνδυασμό με το Young-Plan (συμφωνία αποζημιώσεων και προγραμματισμός της πληρωμής τους, η οποία γράφτηκε το 1929 και υιοθετήθηκε το 1930).
Ηδη όμως από το 1931, όπου σταμάτησε η πληρωμή των αποζημιώσεων εκ μέρους της Γερμανίας, λόγω της παγκόσμιας τότε χρηματοπιστωτικής κρίσης, έπαψε να υφίσταται ο λόγος, για τον οποίο ιδρύθηκε η τράπεζα. Εν τούτοις, συνέχισε τη λειτουργία της, αφού μετατράπηκε στην κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών, η οποία συνέβαλλε στη στενότερη συνεργασία των κεντρικών τραπεζών μεταξύ τους - ενώ προσέφερε δυνατότητες νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (businesses).

Στην BIS αντιπροσωπεύονταν κυρίως τα ηγετικά αμερικανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (JP Morgan Chase & Co, Morgan Stanley, Chase National Bank of Rockefeller, Dillon-Read Group, Bank house J.Henry Schroeder New York), τα οποία ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για «επιχειρηματικές συνεργασίες» με τη Γερμανία. Από γερμανικής πλευράς, συμμετείχε κυρίως ο Kurt von Schroeder, ένας από τους σημαντικότερους χρηματοδότες του Hitler.

Στην περίοδο του Εθνικοσοσιαλισμού (1933-1945), η BIS θεωρούταν ιδιαίτερα «φιλοναζιστική», με μία εξαιρετικά μεγάλης επιρροής γερμανική ομάδα εντός της. Για παράδειγμα, ο αντιπρόεδρος της γερμανικής κεντρικής τράπεζας του 3ου Ράιχ ήταν ένας από τους προέδρους της BIS. Το 1938, μετά την προσάρτηση της Αυστρίας, η BIS ανέλαβε τον αυστριακό χρυσό, ενώ «βοήθησε» στην αποστολή μέρους του τσεχικού χρυσού, προς όφελος των ναζί, μετά την κατάληψη της Τσεχίας (1939). Τότε, ο βρετανός λόρδος Montagun Norman, ένας από τους προέδρους της BIS και ταυτόχρονα διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, δεν εμπόδισε τη μεταφορά του τσεχικού χρυσού, προς όφελος των ναζί.

Τον Απρίλιο του 1939 ανέλαβε επίσημα πρόεδρος της BIS ο αμερικανός δικηγόρος Thomas Mc Kittrick, ο οποίος εκπροσωπούσε παράλληλα τα συμφέροντα των Rockefellers, ενώ κατά τη διάρκεια του 2ου παγκοσμίου πολέμου, η BIS διακανόνιζε όλες τις απαιτούμενες συναλλαγματικές δραστηριότητες του 3ου Ράιχ – όπως, για παράδειγμα, τις «συναλλαγές» με τον κλεμμένο χρυσό των κεντρικών τραπεζών των χωρών που είχαν καταληφθεί από τη ναζιστική Γερμανία. Το ίδιο χρονικό διάστημα, η τράπεζα ήταν ο μυστικός τόπος συνάντησης γερμανών, ηγετικών στελεχών του Hitler, με διεθνείς τραπεζίτες - καθώς επίσης, με τον αρχηγό της αμερικανικής μυστικής υπηρεσίας στην Ελβετία.
Το 1943, οι προσπάθειες του τότε υπουργού οικονομικών των Η.Π.Α., καθώς επίσης της εξόριστης νορβηγικής κυβέρνησης να πάψει η λειτουργία της BIS, λόγω της ναζιστικής της «καταγωγής», δεν ευοδώθηκαν – μεταξύ άλλων, ο Keynes ήταν υπέρ της διατήρησης της, τεκμηριώνοντας τη θέση του με το ότι, η BIS θα φαινόταν χρήσιμη για την «επανόρθωση» της οικονομίας μετά τον πόλεμο. Μέχρι το 1990 δε έγιναν μεγάλες προσπάθειες για να διατηρηθεί κρυφό το ναζιστικό παρελθόν της BIS - παρά το ότι το 1952 είχε γραφεί ένα βιβλίο για την ιστορία της, από το Δανό K.Moltke.

Το βιβλίο αναφερόταν ουσιαστικά στην «υπόγεια» σχέση και στη στενή συνεργασία του αμερικανικού με το γερμανικό Καρτέλ, με συνδετικό κρίκο την τράπεζα των τραπεζών – κάτι που ενδεχομένως συνεχίζει να συμβαίνει, ειδικά όσον αφορά τα δύο αυτά ηγετικά Καρτέλ των πολυεθνικών. Πρόκειται λοιπόν για τη «φωλιά του κτήνους», όπως χαρακτηρίζουν το αιμοβόρο, αδρανές κερδοσκοπικό κεφάλαιο πολλοί οικονομολόγοι, η οποία (φωλιά) είναι ταυτόχρονα η «σκοτεινή σπηλιά» συνάντησης και συντονισμού του γερμανικού με το αμερικανικό, αλλά και με τα υπόλοιπα «δυτικά» Καρτέλ (των εντολοδόχων του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας δηλαδή).

Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ BIS
Η τράπεζα των τραπεζών άρχισε να λειτουργεί κανονικά το 1945, αφού άλλαξε το καταστατικό της - έτσι ώστε όλες οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες, επίσης οι σοσιαλιστικές (με εξαίρεση τη Σοβιετική Ένωση και την Α. Γερμανία), να είναι μέλη της. Μεταξύ των ετών 1962 και 1971, το κεντρικό βάρος των δραστηριοτήτων της ήταν η καταπολέμηση των συναλλαγματικών κρίσεων, σε στενή συνεργασία με τους G10, όπου εκπροσωπούνταν οι κεντρικές τράπεζες των δέκα σημαντικότερων μελών του ΔΝΤ και της Ελβετίας (δεν ήταν τότε μέλος του Ταμείου). Από το 1971, μετά το χρονικό σημείο δηλαδή που έπαψε να ισχύει ο κανόνας του χρυσού και η σύνδεση των νομισμάτων με το δολάριο, οι δραστηριότητες της BIS αφορούσαν κυρίως τις ευρωπαϊκές αγορές συναλλάγματος, την επίβλεψη των τραπεζών, καθώς επίσης των ασφαλιστικών εταιρειών.
Ουσιαστικά η BIS είναι μία διεθνής «οργάνωση», η οποία «ορίζεται» από το ιδιαίτερο status μίας ανώνυμης εταιρείας «εξειδικευμένου Δικαίου», με έδρα τη Βασιλεία και δύο υποκαταστήματα – στην πρωτεύουσα του Μεξικού και στο Χονγκ Κονγκ. Τα ίδια κεφάλαια της ήταν αρχικά 1,5 δις «χρυσά φράγκα», χωρισμένα σε 600.000 μετοχές, αξίας 2.500 «χρυσά φράγκα» η κάθε μία (ένα «χρυσό φράγκο» αντιπροσωπεύει κάτι περισσότερο από 0,29 γραμμάρια καθαρού χρυσού).

Κατά τον επίσημο ισολογισμό της από τις 31.10.2010, το μετοχικό κεφάλαιο είναι χωρισμένο σε 547.125 μετοχές, αξίας 5.000 SDR (Special Drawing Right) εκάστης. Το SDR είναι μία ειδική μονάδα μέτρησης, ένα ειδικό, δικό τους νόμισμα δηλαδή («Θεϊκό»), το οποίο χρησιμοποιεί το ΔΝΤ – στις 31.03.2009 το 1 SDR αντιστοιχούσε με 1,493 $, ενώ υπολογίζεται σε σχέση με ένα ειδικό καλάθι διαφόρων ισχυρών νομισμάτων (η στενή σχέση της τράπεζας των τραπεζών με το ΔΝΤ, τον εντολοδόχο του Καρτέλ, καθώς επίσης οι ειδικοί μέθοδοι μέτρησης/αξιολόγησης που χρησιμοποιούνται από το Βατικανό του Κεφαλαίου, όπως αποκαλείται από κάποιους η BIS, είναι φανερή).

Οι μέτοχοι της είναι κεντρικές τράπεζες ενώ, παρά το καινούργιο καταστατικό της, υπάρχουν ακόμη μερικοί ιδιώτες-μέτοχοι, οι οποίοι δεν θέλουν να αποκαλυφθούν τα στοιχεία τους και δεν τους γνωρίζει κανένας «θνητός». Ο Πίνακας ΙΙ που ακολουθεί, αναφέρεται στα εξαιρετικά κερδοφόρα, στα εμφανή βέβαια αποτελέσματα της BIS, για το έτος χρήσης της που έληξε την 31.03.2010:


ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Αποτελέσματα χρήσεως 31.03.2009 – 31.03.2010, σε εκ. SDR

Στοιχεία

31.03.2010

31.03.2009

Σύνολο Ενεργητικού

*258.893,30

255.386,70
Καταθέσεις σε συνάλλαγμα

195.755,10

197.222,10
Καταθέσεις σε χρυσό

32.064,10

23.052,10



Ίδια Κεφάλαια

683,10

683,10



Καθαρό Κέρδος

**1.859,80

446,10



Κέρδος ανά μετοχή σε SDR

***3.405,40

816,80


* Περίπου 258 δις SDR, ήτοι 384 δις $



** Περίπου 1,8 δις SDR. ήτοι 2,68 δις $



*** 3.405 SDR ή 5.083 $



Πηγή: Ισολογισμός BIS



Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Στη Γενική Συνέλευση, στο ανώτατο όργανο της τράπεζας, συμμετείχαν το 2001 συνολικά 49 κεντρικοί τραπεζίτες με δικαίωμα ψήφου. Εκτός από τις χώρες των G10, μέλη είναι η ΕΚΤ (1999), οι κεντρικές τράπεζες όλων των δυτικοευρωπαϊκών χωρών, αρκετές της Α. Ευρώπης και οι σημαντικότερες ασιατικές χώρες – περαιτέρω, οι μεγαλύτερες λατινοαμερικανικές τράπεζες, καθώς επίσης οι κεντρικές τράπεζες της Κίνας, της Ινδίας, της Σαουδικής Αραβίας και της Ν. Αφρικής.

Η BIS διαχειρίζεται, από τη θέση της σαν κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών, ένα μέρος των συναλλαγματικών αποθεμάτων πάρα πολλών κρατών, καθώς επίσης χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Τέλη του 2000, τα συναλλαγματικά αποθέματα που διατηρούνταν εκεί ήταν της τάξης του 7% των παγκοσμίων αποθεμάτων, με πελάτες της 120 κεντρικές τράπεζες.
Τα χρηματικά αποθέματα διατηρούνται σε κατάσταση «υψηλής ρευστότητας», έτσι ώστε να διατίθενται αμέσως, όταν χρειαστούν. Η BIS λειτουργεί επίσης σαν επενδυτική τράπεζα (Investment Bank) των κεντρικών τραπεζών, με στόχο την αύξηση των αποδόσεων τους από τα συναλλαγματικά τους αποθέματα. Σε ορισμένες περιπτώσεις δε εκχωρεί βραχυπρόθεσμες «διευκολύνσεις», ενώ χρηματοδοτεί συνήθως δάνεια, τα οποία εγγυάται η Παγκόσμια Τράπεζα ή το ΔΝΤ.
Περαιτέρω η BIS είναι, με βάση το καταστατικό της, ένα φόρουμ διεθνούς συνεργασίας για χρηματοοικονομικά θέματα, καθώς επίσης για τα θέματα του χρυσού. Συμμετέχει σε διαδικασίες στήριξης των ευρωπαϊκών νομισμάτων ενώ, στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης, όπου έχουν αυξηθεί οι διασυνοριακές ροές των χρημάτων σε μεγάλο βαθμό, «εποπτεύει» επίσημα τις κινήσεις τους (προφανώς, με τις πληροφορίες που κατέχει, μπορεί να κερδίζει απεριόριστες ποσότητες χρημάτων). Στον τομέα των ιδιωτικών τραπεζών, ασχολείται με τις συνθήκες εποπτείας τους (Βασιλεία Ι, ΙΙ, ΙΙΙ κλπ), όπως τα ελάχιστα ίδια κεφάλαια τους (8% του συνολικού τους ενεργητικού). Με τον τομέα των ασφαλιστικών εταιρειών ασχολείται η «διεθνής ένωση των Αρχών εποπτείας των ασφαλειών» (IAIS, μέλη 100 κράτη), η γραμματεία της οποίας έχει έδρα, από το 1988, στην BIS.

Ολοκληρώνοντας, η BIS ασχολείται με την έρευνα στους τομείς της πολιτικής χρήματος, εκδίδει μελέτες σε επιστημονικά έντυπα, καθώς επίσης γενικές οικονομικές αναλύσεις ανά τρίμηνο. Συγκεντρώνει στοιχεία από όλα τα μέλη της και τα εμφανίζει σε διεθνείς τραπεζικές στατιστικές, με ιδιαίτερη σημασία στην πρόβλεψη των κινδύνων υπερχρέωσης των κρατών, καθώς επίσης την έγκαιρη διαπίστωση μελλοντικών κρίσεων – σε συνεργασία με τον ΟΟΣΑ, το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα.

Τέλος, πολλοί ισχυρίζονται ότι δεν κατάφερε να προβλέψει έγκαιρα την παρούσα οικονομική κρίση, η οποία ξεκίνησε (επίσημα) με την κατάρρευση της Lehman Brothers - παρά την οργάνωση, την ποιότητα και τις λεπτομερείς, παγκόσμιες πληροφορίες της. Άλλοι βέβαια πιστεύουν ακριβώς το αντίθετο:

Ότι δηλαδή η ίδια την προκάλεσε, συντονίζοντας τις δυνάμεις όλου του τραπεζικού συστήματος, στα πλαίσια της ολοκληρωτικής επίθεσης του Καρτέλ εναντίον των αδύναμων χωρών, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των εργαζομένων της «δύσης» - με στόχους είτε την υποδούλωση συγκεκριμένων χωρών (με τη βοήθεια της αποκρατικοποίησης της Πολιτικής), είτε την ήττα του κοινωνικού καπιταλισμού από τον μονοπωλιακό, είτε τη «λεηλασία» κάποιων επιχειρήσεων (ιδίως των κερδοφόρων κοινωφελών), είτε τη «συμπίεση» των αμοιβών των εργαζομένων (στο ύψος του κινεζικού «προτύπου»), είτε άλλους.


ΟΙ ΚΥΡΙΑΡΧΟΙ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ

Η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) είναι προφανώς το κέντρο, το «σημείο μηδέν» δηλαδή, του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος – «η φωλιά του Κτήνους», η «ναυαρχίδα» των διεθνών τοκογλύφων καλύτερα, η οποία «απομυζά» το αίμα που ρέει στο κυκλοφοριακό σύστημα των αγορών. Η οργάνωση επιτυγχάνει ετήσια κέρδη δισεκατομμυρίων, χωρίς να πληρώνει ούτε στο ελάχιστο φόρους, όπως όλοι εμείς οι θνητοί. Οι ικανότατοι διαχειριστές της διαπραγματεύονται με αξιόγραφα, με χρυσό και με κάθε άλλου είδους εμπορεύματα (commodities), σε έναν δικό τους κόσμο χωρίς σύνορα – ενώ κανένα δικαστήριο και καμία κυβέρνηση δεν ελέγχει τις δραστηριότητες τους. Όποιος θελήσει να επισκεφθεί τα 18όροφα κεντρικά της, δίπλα από το σιδηροδρομικό σταθμό της Βασιλείας, οφείλει να γνωρίζει ότι εισέρχεται σε διεθνές έδαφος, αφού η Ελβετική αστυνομία δεν έχει καμία δικαιοδοσία (πηγή: Tagespiegel).

Οι συζητήσεις που γίνονται στις «οχυρωμένες», ασφαλείς εγκαταστάσεις της BIS είναι απόλυτα εμπιστευτικές – ενώ οι αίθουσες είναι μονωμένες, έτσι ώστε να μην μπορούν να ακουστούν αυτά που διαδραματίζονται εντός τους. Πέντε φορές ετήσια συναντώνται εδώ οι κυρίαρχοι των επιτοκίων και των ποσοτήτων χρημάτων που διατίθενται στις αγορές παγκοσμίως, για μυστικές ανταλλαγές απόψεων. Οι κεντρικοί τραπεζίτες των 56 χωρών-μελών της Γενικής της συνέλευσης σήμερα, αποφασίζουν στη Βασιλεία για τις πολιτικές αντιμετώπισης του χάους που βασιλεύει στις χρηματοπιστωτικές αγορές, καθώς επίσης για τα «πακέτα» στήριξης των χωρών που είναι αντιμέτωπες με οικονομικές κρίσεις – χωρίς κανένας να ενημερώνεται για το περιεχόμενο των άκρως απορρήτων συζητήσεων τους.

Στο ίδιο κτίριο στεγάζεται το «Συμβούλιο της Βασιλείας για την εποπτεία των τραπεζών», καθώς επίσης το «Συμβούλιο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας» (Financial Stability Board) – εκείνες οι οργανώσεις δηλαδή, στις οποίες οι χρηματοπιστωτικοί «επόπτες» των 20 μεγαλυτέρων κρατών (G20) συμφωνούν μόνοι τους τα ελάχιστα «στάνταρντ» (συμφωνίες της Βασιλείας), για την προστασία του κλάδου του χρήματος. Η BIS, στην προκειμένη περίπτωση, δεν διαθέτει μόνο τους χώρους συνάντησης, αλλά τις ειδικές της γνώσεις, καθώς επίσης τα 550 άτομα του προσωπικού της.

Η βασική ασχολία όμως του προσωπικού της, είναι η διαχείριση ενός μέρους των αποθεμάτων (ρεζέρβες) της ΕΚΤ ή της Fed, με εντολή δική τους. Τα κέρδη από τη διαχείριση κεφαλαίων των κεντρικών τραπεζών, ύψους περί τα 300 δις €, δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητα (περί τα 2,68 δις $), ενώ καθιστούν ανεξάρτητη την BIS. Οι «κυρίαρχοι του παιχνιδιού» εδώ είναι οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών και όχι οι εθνικές κυβερνήσεις - γεγονός που προστατεύει την τράπεζα από τις πολιτικές επιρροές. Όπως λέγεται δε, «Εδώ αποφασίζουν μόνο οι Bernanke οι Trichet αυτού του κόσμου, κανένας πολιτικός».

Ίσως το σημαντικότερο πρόσφατο γεγονός, ήταν η υποχρεωτική αύξηση των ιδίων κεφαλαίων των τραπεζικών ιδρυμάτων, με βάση τα οποία προσφέρουν δάνεια έως και 50πλάσια των χρημάτων, τα οποία πραγματικά διαθέτουν – με αντίστοιχο πολλαπλασιασμό των ευκαιριών (κερδών), αλλά και του ρίσκου, στην περίπτωση που οι τοποθετήσεις τους (δάνεια, επενδύσεις) αποδειχθούν ζημιογόνες. Η μείωση του πολλαπλασιαστή αυτού στο 33 (50 σήμερα), από το 2018, η τοποθέτηση δηλαδή ενός ανωτάτου ορίου χρέωσης των τραπεζών, στο 33πλάσιο των καταθέσεων τους στις εκάστοτε κεντρικές τράπεζες, προκάλεσε πολλές αντιδράσεις στο διεθνές τραπεζικό λόμπυ.

Ο Παγκόσμιος σύλλογος των μεγάλων τραπεζών (Institute of International Finance), πρόεδρος του οποίου είναι ο κ. J. Ackerman της Deutsche Bank (μάλλον εβραϊκής καταγωγής), προειδοποίησε την επιτροπή (BIS), ισχυριζόμενος ότι θα χαθούν τουλάχιστον 10.000.000 θέσεις εργασίας – κάτι που θεωρήθηκε εντελώς εσφαλμένο, αφού ένα ελάχιστο μόνο μέρος των τραπεζικών δανείων καταλήγει στην πραγματική οικονομία. Δυστυχώς, το μεγαλύτερο μέρος τοποθετείται στα χρηματιστήρια, με υπερ100πλάσιο «πολλαπλασιαστή» – γεγονός που προσφέρει ονειρικές αποδόσεις στις τράπεζες (αλλά και απίστευτα μεγάλα ρίσκα).
Η BIS ΚΑΙ Η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΧΕΙΡΑΓΩΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΥ

Ο αμερικανικός όμιλος GATA (Gold Anti-Trust Action Committee), κατέθεσε το Φεβρουάριο του 2002 (λίγο αργότερα ξεκίνησε παραδόξως η άνοδος των τιμών του χρυσού, μετά από πάρα πολλά χρόνια σταθερής διατήρησης της ισοτιμίας του), στο δικαστήριο της Βοστόνης, αγωγή εναντίον του αμερικανικού αποθετηρίου, της κεντρικής τράπεζας των Η.Π.Α. (Fed), καθώς επίσης διαφόρων μεγάλων τραπεζών. Κατηγορούμενοι ήταν πολιτικοί, όπως ο πρώην Πρόεδρος B. Clinton και ο πρώην υπουργός οικονομικών L. Summers, ο διοικητής της Fed κ. A. Greenspan, καθώς επίσης οι πολυεθνικές τράπεζες, μεταξύ των οποίων η BIS, η J.P.Morgan, η Chase Manhattan, η Citigroup, η Goldman Sachs και η Deutsche Bank.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η κυβέρνηση των Η.Π.Α., σε συνεργασία με τις ηγετικές τράπεζες του κλάδου, είχε «χειραγωγήσει» από το 1994 και μετά την τιμή του χρυσού, με στόχο τη διατήρηση της σε χαμηλά επίπεδα. Ο στόχος των τραπεζών ήταν η επίτευξη μεγάλων κερδών, ενώ η κυβέρνηση των Η.Π.Α. αποσκοπούσε στην παραπλάνηση του υπολοίπου κόσμου, σε σχέση με την ισχύ του δολαρίου – το οποίο ουσιαστικά διατηρούταν τεχνητά υπερτιμημένο, έτσι ώστε να παραμένει παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, χωρίς τον ανταγωνισμό των υπολοίπων νομισμάτων (πηγές: B.Seiler, gata.org). Ειδικότερα, η αγωγή αναφερόταν, μεταξύ άλλων, στα εξής:

(α) Η τιμή του χρυσού δεν επιτρεπόταν να αυξηθεί, επειδή κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με «σήμα κινδύνου» προς τις διεθνείς αγορές, σε σχέση με τον πληθωρισμό του αμερικανικού νομίσματος.

(β) Μία ενδεχόμενη αύξηση της τιμής του χρυσού, θα πρόδιδε τη διεθνή αδυναμία του δολαρίου.
(γ) Θα έπρεπε να προστατευθούν από δυνητικές ζημίες τόσο οι τράπεζες, όσο και τα υπόλοιπα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα οποία δανείζονταν με χαμηλότοκα ομόλογα χρυσού, διαθέτοντας εξ αυτού πολύ χαμηλά αποθέματα του κίτρινου μετάλλου – κάτι που θα συνέβαινε, θα ζημιώνονταν δηλαδή οι τράπεζες, εάν αυξανόταν η τιμή του χρυσού.


Η χωρίς καμία αμφιβολία, ο χρυσός αποτελεί ακόμη ένα αξιόπιστο βαρόμετρο του πληθωρισμού ενός νομίσματος («εκτύπωση» δυσανάλογων ποσοτήτων χρήματος, με αποτέλεσμα την υποτίμηση τους), εάν δεν μπορεί κανείς να εξασφαλίσει τεχνητά τη διατήρηση του σε χαμηλή τιμή, σε σχέση με το συγκεκριμένο νόμισμα (εν προκειμένω, το δολάριο).

Αναμφίβολα λοιπόν, η αύξηση της τιμής του χρυσού σε σχέση με το δολάριο, «τεκμηριώνει» την αστάθεια του νομίσματος. Επομένως, εάν η αμερικανική κυβέρνηση ήταν σε θέση να ελέγξει την τιμή του χρυσού (σύμφωνα πάντα με το κατηγορητήριο που συνέταξαν οι δικηγόροι της GATA), μπορούσε να ελέγξει επίσης την ισοτιμία του δολαρίου – εξαπατώντας τον υπόλοιπο πλανήτη. Συνεπώς, ο χρυσός ήταν ανέκαθεν, ενώ συνεχίζει να είναι, ένα «πολιτικό» μέταλλο.

Αντίθετα, οι τράπεζες έλαβαν τότε μέρος στο, χωρίς καμία αμφιβολία εξαιρετικά πολύπλοκο αυτό παιχνίδι, με στόχο την αποκόμιση υπερκερδών. Η επεξήγηση αυτής της «υπόθεσης εργασίας» είχε ως εξής:

(α) Στα χαρτιά, δανείζονταν οι εμπορικές τράπεζες χρυσό, από την εκάστοτε κεντρική τράπεζα, με πολύ χαμηλό επιτόκιο (περί το 1%).
(β) Τον χρυσό αυτόν που δανείζονταν, τον πουλούσαν αργότερα στην «ανοιχτή αγορά», χωρίς την ανάληψη κανενός ρίσκου – αφού γνώριζαν ότι, η τιμή του θα διατηρούνταν σταθερή (κάτι που προφανώς δεν ισχύει για τίποτα στον κόσμο, εάν δεν «χειραγωγείται» η τιμή του).
(γ) Στη συνέχεια, επένδυαν τα έσοδα από την πώληση του χρυσού, σε κρατικά ομόλογα – ή συμμετείχαν στις κερδοσκοπικές αγορές των παραγώγων, οι οποίες υπόσχονταν τεράστια κέρδη, με χαμηλές επενδύσεις (μόνο το 2005, η J.P.Morgan κατείχε παράγωγα αξίας 25 τρις $).

Εάν λοιπόν δεν συνέβαινε κάτι απρόβλεπτο, οι τράπεζες που συμμετείχαν σε αυτό το παιχνίδι (Colpo Grosso) κέρδιζαν στην κυριολεξία τεράστια ποσά. Εάν όμως κατέρρεαν τα χρηματιστήρια ή εάν αυξανόταν η τιμή του χρυσού, τον οποίο είχαν δανεισθεί και όφειλαν να επιστρέψουν αργότερα, τότε οι τράπεζες θα έχαναν αντίστοιχα τεράστια ποσά, οδηγούμενες στη χρεοκοπία – πόσο μάλλον αφού, μαζί με την άνοδο της τιμής του χρυσού, θα αυξάνονταν και οι τόκοι που πλήρωναν για τις ποσότητες που είχαν δανεισθεί, σε επίπεδα που θα αδυνατούσαν να πληρώσουν.

Μεταξύ άλλων, η GATA ανέφερε ότι, μεταξύ των ετών 1998 και 2001 η ζήτηση του χρυσού ήταν σημαντικά μεγαλύτερη από τις ετήσιες ποσότητες εξόρυξης, γεγονός που όφειλε να οδηγήσει στην αύξηση της τιμής του. Κατά την ίδια, το κέρδος του Καρτέλ των τραπεζών, με τη βοήθεια της χειραγώγησης της τιμής του χρυσού, ήταν της τάξης των 42 δις $.

Φυσικά η αγωγή απορρίφθηκε από το αμερικανικό δικαστήριο, το οποίο θεώρησε ότι ο κατήγορος δεν είχε έννομο συμφέρον. Εμείς βέβαια δεν μπορούμε να έχουμε σαφή άποψη, αν και οφείλουμε να προσθέσουμε εδώ ότι, τα τελευταία πέντε χρόνια η τιμή του χρυσού σχεδόν 7πλασιάστηκε (από τα 200 $ στα 1.400 $ σήμερα) – κάτι που μάλλον θα πρέπει να μας προβληματίσει σοβαρά, σχετικά με την πραγματική ισοτιμία του δολαρίου και την μητέρα των κρίσεων που προβλέπεται.

Εάν δε συνειδητοποιήσουμε ότι, η άνοδος της δύσης, η ανάπτυξη και η πρόοδος της, κυρίως εις βάρος άλλων λαών, στηρίχθηκε στο τραπεζικό σύστημα, στην πίστωση καλύτερα, με την ταχυδακτυλουργική δημιουργία νέων χρημάτων από το πουθενά, ενδεχομένως να καταλάβουμε ότι τα θεμέλια, επάνω στα οποία οικοδομούμε αδιάκοπα το μέλλον μας, δεν είναι τόσο σίγουρα, όσο νομίζουμε.

Ίσως δε κάποια στιγμή να πάψει ο πλανήτης να ανταλλάσσει τα χωρίς αντίκρισμα χαρτονομίσματα, με τα «πραγματικά» προϊόντα της φύσης και με την εργασία, σε μη ισορροπημένες, «χειραγωγημένες» από το Καρτέλ, ισοτιμίες ανταλλαγής – πόσο μάλλον όταν οι συνολικοί τόκοι επί των συνεχώς αυξανομένων χρεών, για τους οποίους δεν «κατασκευάζονται» παραδόξως νέα χρήματα (ένα από τα μεγαλύτερα ελαττώματα της διαδικασίας), ξεπεράσουν τα συνολικά κεφάλαια, τα οποία ολόκληρη η ανθρωπότητα οφείλει στους, ελάχιστους σχετικά, κυρίαρχους του σύμπαντος.

Κλείνουμε με τα χαρακτηριστικά λόγια του 28ου Προέδρου των Η.Π.Α. W.Wilson, αναφορικά με το τραπεζικό σύστημα: «Υπάρχει μία (σκοτεινή) δύναμη τόσο οργανωμένη, τόσο λεπτή, τόσο προσεκτική, τόσο διασφαλισμένη, τόσο πλήρης και τόσο κυρίαρχη, που καλά θα κάνουν να προσέχουν όσοι και όταν μιλούν εναντίον της».
Β. Βιλιάρδος (copyright)
Αθήνα, 11. Δεκεμβρίου 2010

viliardos@kbanalysis.com

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2010

Antigravity Machine 2

Antigravity Machine

Dominique Straus Kahn - Emanuel Baroso - Jean Claude Trichet "Who is Who"

Συγγραφή Δ. Καζάκης, οικονομολόγος - αναλυτής

Dominique Straus Kahn

 Ο Δομίνικος Στράους - Καν, αναδείχθηκε πρώτη φορά όταν το 1981 τέθηκε επικεφαλής του Κέντρου Μελετών και Έρευνας Αποταμιεύσεων του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Έρευνας, που ήταν ένα ίδρυμα κρατικά χρηματοδοτούμενο από την κυβέρνηση της Γαλλίας.
Εκεί συνδέθηκε με τον μεγάλο της ιδιωτικής ασφάλισης στη Γαλλία, τον Ντένις Κέσλερ, ο οποίος τον εισήγαγε νια πρώτη φορά στον μυστικό κόσμο της γαλλικής ελίτ των μεγάλων επιχειρήσεων. Μαζί του οργάνωσε μια από τις πρώτες επιθέσεις στην κοινωνική ασφάλιση της Γαλλίας και ήταν από τους πρώτους που μίλησαν για την ανάγκη κατάργησης της.
Η στάση του αυτή εκτιμήθηκε ιδιαίτερα στους κύκλους των ισχυρών επιχειρηματιών και πολιτικών της Γαλλίας και έτσι σύντομα αναρριχήθηκε στην πολιτική για να γίνει υφυπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου το 1991 επιλεγμένος από τον ίδιο τον Φρανσουά Μιτεράν. Τη θέση κράτησε έως το 1993 και έφυγε με καλά εδραιωμένη τη φήμη του στους βιομηχανικούς και άλλους επιχειρηματικούς κολοσσούς ως ο «δικός τους άνθρωπος» στο σοσιαλιστικό κόμμα και τις κυβερνήσεις του.

Προσπαθώντας να εξαργυρώσει τη φήμη του αλλά και τις πολύ στενές διασυνδέσεις του με τις κορυφές των επιχειρήσεων και της πολιτικής, στήνει το 1994 μαζί με τον Ρεϊμόντ Λεβί, αφεντικό της Renault, τον Κύκλο της Βιομηχανίας. Πρόκειται για μια εταιρεία λόμπι με έδρα τις Βρυξέλλες και βασικό αντικείμενο την προώθηση των συμφερόντων των γαλλικών πολυεθνικών στα όργανα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Πρακτορεύει τα συμφέροντα των μεγαλύτερων ονομάτων της βιομηχανίας και του εμπορίου στη Γαλλία.

Όπως ήταν φυσικό, η υπηρεσία του αυτή δεν πήγε χαμένη, και το 1997, στην κυβέρνηση του Λιονέλ Ζοσπέν, ορίζεται υπουργός Οικονομικών. Το πρώτο πράγμα που απασχόλησε τον Στρος - Καν ήταν το ξεπούλημα του δημόσιου τομέα της Γαλλίας. Εγκαινιάζει ένα από τα πιο φιλόδοξα προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων στην ιστορία της Γαλλίας, ενισχύοντας  τα πιο μεγάλα ιδιωτικά μονοπώλια της χώρας.
«Η μεγαλύτερη έρευνα απάτης»

Ήταν τόσο ανοιχτοχέρης προς τους μεγαλοεπιχειρηματίες, ώστε ο Ερνστ-Αντουάν Σελιέρ, πρόεδρος τότε της μεγαλύτερης εργοδοτικής οργάνωσης στη Γαλλία, της MEDEF, είχε πει για τον Στρος - Καν τον Ιούλιο του 1998: «Μπορεί ο υπουργός των Οικονομικών μας να μην είναι ο ιδανικότερος του κόσμου, αλλά σίγουρα κάνει ό,τι του είναι δυνατόν για να μη δημιουργήσει προβλήματα στους επιχειρηματίες».

Όπως συμβαίνει πάντα με τέτοιους τύπους, το όνομα του συνδέεται με ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά σκάνδαλα στην ιστορία της Γαλλίας. Πρόκειται για το σκάνδαλο της γαλλικής πολυεθνικής Elf Aquitaine, η οποία χρηματοδοτούσε αδρά το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γαλλίας, αλλά και πολιτικούς άλλων χωρών, όπως στη Γερμανία. Η έρευνα για το σκάνδαλο αυτό χαρακτηρίστηκε από την «Gardian» (12.11.2007) ως η «μεγαλύτερη έρευνα απάτης στην Ευρώπη από την εποχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου... Η EIF είχε μετατραπεί σε ιδιωτική τράπεζα για αξιωματούχους που ξόδευαν 200 εκατ. λίρες σε πολιτικές εκδουλεύσεις, ερωμένες, υψηλή τέχνη, βίλες και διαμερίσματα».
Στο σκάνδαλο αυτό φιγουράριζαν πολλά κυβερνητικά στελέχη, μαζί τους και ο κ. Στρος - Καν, ο οποίος είχε αφήσει όνομα για την ιδιαίτερη αδυναμία του στο γυναικείο φύλο και τις απολαύσεις της ζωής.

Όπως ήταν φυσικό, κανένας πολιτικός δεν βρέθηκε ένοχος, αν και η έρευνα αποκάλυψε μίζες εκατομμυρίων. Παρά την επίσημη αθώωση του, το σκάνδαλο αυτό θα συνεχίσει να κυνηγά τον Στρος - Καν μέχρι τη στιγμή που θα επιλεγεί να γίνει διευθύνων σύμβουλος του ΔΝΤ το 2007. Η υπηρεσία σε τέτοιους οργανισμούς επιτρέπει σε τύπους σαν τον Στρος -Καν αφενός να γλιτώνουν από τα δύσκολα και αφετέρου να μη δίνουν λογαριασμό για τα πάθη και τις εξαρτήσεις τους. Έτσι, μπορεί ελεύθερα να υπηρετεί τα συμφέροντα που υπηρετούσε πάντα και να ασκείται στα βίτσια του, κυρίως στο κυνήγι του πλούτου και του ωραίου φύλου, δίχως να νοιάζεται για το αν θα κληθεί κάποτε να δώσει λογαριασμό.

Οι οργανισμοί σαν το ΔΝΤ εξασφαλίζουν πλήρη ασυλία για τους ανώτατους αξιωματούχους τους.

Manuel Baroso.

 O Μανώλης Μπαρόζο, εξασφάλισε την τωρινή του θέση οδηγώντας τη χώρα του στη μεγαλύτερη και βαθύτερη κρίση στην ιστορία της, η οποία σήμερα την οδηγεί στη χρεοκοπία. Ο Μπαρόζο έγινε πρωθυπουργός της Πορτογαλίας στις 6 Απριλίου 2002. Ως πρωθυπουργός δήλωσε ότι πάνω απ' όλα προέχει η μείωση του κρατικού ελλείμματος, για το οποίο, " ευθύνεται η διαφθορά όχι της πολιτικής και οικονομικής ολιγαρχίας" , αλλά "των δημοσίων υπαλλήλων και της κοινωνίας."
 «Ποτέ άλλοτε από την εποχή της ίδρυσης της Πορτογαλίας τον 12ο αιώνα δεν είχε τεθεί στο κέντρο της προσοχής σε τέτοιο βαθμό το έλλειμμα και η ανάγκη περιορισμού της κρατικής σπατάλης. "Επιτέλους απαλλασσόμαστε από την ιδέα ότι το κράτος είναι πιο σημαντικό από την ιδιωτική πρώτοβουλία» δήλωνε ο Μπαρόζο το 2004.

Και το «Economist» (25.5.2004), εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη των διεθνών αγορών, έγραφε διθυραμβικά: «Στα δυο χρόνια της διακυβέρνησης του, ο κ. Ντουράο Μπαρόζο έχει διακηρύξει δυο "μεγάλες νίκες" στην πάλη του για υγιή δημοσιονομικά. Το 2002 περιέκοψε το έλλειμμα του προϋπολογισμού που κληρονόμησε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις από το 4,4% στο 2,7% του ΑΕΠ, μόνο μέσα σε οκτώ μήνες. "Αμφιβάλλω αν κάποια άλλη χώρα στην Ευρώπη θα μπορούσε να πετύχει κάτι τέτοιο" υπερηφανεύεται. Τον περασμένο χρόνο κράτησε το έλλειμμα μόλις στο 2,8%. Πιστεύει επίσης ότι έχει εισαγάγει περισσότερες μεταρρυθμίσεις από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρώπης με πιο υγιείς οικονομίες».

Όλα αυτά φυσικά συνοδεύονταν από μια άγρια περικοπή μισθών και εισοδημάτων, δραστικές περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και ένα από τα πιο φιλόδοξα προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων στην Ε.Ε. Κι όλα αυτά για να τηρηθεί αυστηρά το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης της ευρωζώνης.
Σας θυμίζει κάτι;
Το αποτέλεσμα; Η πορτογαλική οικονομία να βυθιστεί σε μια ύφεση, από την οποία δεν έχει βγει ακόμη, ενώ σήμερα, την οδηγεί στη χρεοκοπία και τον μηχανισμό στήριξης.
Η επίσημη ανεργία από το 4,1% το 2002 εκτινάχθηκε στο 6,4% το 2004, για να φτάσει σήμερα να είναι γύρω στο 10%. Η φτώχεια από το 13% του πληθυσμού έφτασε σε τρία χρόνια στο 18%, ενώ σήμερα υπερβαίνει το 20%.

Ακόμα και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας από 78% της Ε.Ε. των 27 το 2000 βυθίστηκε στο 75% το 2004, επίπεδο στο οποίο παραμένει μέχρι και σήμερα. Αλλά και η μείωση των κρατικών ελλειμμάτων αποδείχτηκε ότι ήταν υπόθεση εντελώς προσωρινή, παρά την άγρια λιτότητα, και προϊόν μαγειρέματος στοιχείων. Όταν το 2005 ανατράπηκε η κυβέρνηση του κ. Μπαρόζο και αναδείχθηκε νέα, αποκαλύφθηκε ότι το κρατικό έλλειμμα, αντί να μειωθεί, είχε εκτιναχθεί σε πάνω από 6% του ΑΕΠ.

Η κοινωνικά ανάλγητη και καταστροφική πολιτική του Μπαρόζο για να στηριχθεί το «ισχυρό» ευρώ οδήγησε πολύ γρήγορα στην πολιτική κατάρρευση της κυβέρνησης του.

Όμως, πριν συμβεί αυτό, ο εν λόγω κύριος φρόντισε να εξασφαλίσει την υποστήριξη των ΗΠΑ και να εκλεγεί πρόεδρος της Κομισιόν το 2004 εγκαταλείποντας την πρωθυπουργία της χώρας του. Βλέπετε, είχε πρωτοστατήσει στη «συμμαχία των προθύμων» του Τζορτζ Μπους και, παρά την άγρια λιτότητα, βρήκε τα αναγκαία κονδύλια για να στείλει στρατό στο Ιράκ.

Φυσικά η κυβέρνηση του κ. Μπαρόζο, όπως συμβαίνει πάντα με τέτοιου είδους κυβερνήσεις, πνίγηκε στα σκάνδαλα. Το χειρότερο όμως απ' όλα, που ακόμη και σήμερα κατατρέχει τον εν λόγω κύριο, είναι το σκάνδαλο παιδεραστίας το 2004 σε ένα κρατικό ίδρυμα της Λισσαβώνας. Την εποχή που δραπέτευσε ο Μπαρόζο στην προεδρία της Κομισιόν, ο πορτογαλικός Τύπος έβριθε από ιστορίες που συνέδεαν πολιτικά και κυβερνητικά στελέχη του κόμματος του, αλλά και τον ίδιο, με ένα τεράστιο κύκλωμα παιδεραστίας, που είχε μετατρέψει τα κρατικά ιδρύματα και γενικά την Πορτογαλία σε παράδεισο αυτού του είδους. Ο κύριος αυτός δεν λογοδότησε ποτέ για όλα αυτά.

Jean Claude Trichet

Ο Γιάννης Κλαύδιος Τρισέ,  γέννημα βρέμμα της γαλλικής δημόσιας διοίκησης, ανώτερος δημόσιος υπάλληλος από κούνια.
Το 1987 έγινε μέλος - "υπό συνθήκες περίεργες για ανώτερο στέλεχος της γαλλικής δημόσιας διοίκησης " - μιας από τις πιο ισχυρές ιδιώτικές οργανώσεις στον κόσμο των διεθνών χρηματαγορών, της "Ομάδας των Τριάντα -Group of Thirty" με έδρα την Ουάσιγκτον. Μέλος αυτής της οργάνωσης είναι και ο γνωστός σύμβουλος του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, Mr. Tommaso Padoa- Schioppa.
Η οργάνωση αυτή εμφανίζεται ως ιδιωτικό ίδρυμα, «δεξαμενή σκέψης», "think tank",που υποστηρίζεται από τα πιο ισχυρά ιδιωτικά και κρατικά πιστωτικά ιδρύματα του κόσμου. Σ' αυτήν ανήκουν οι περισσότεροι από τους διατελέσαντες υπουργούς Οικονομικών των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου και του τωρινού, ακαδημαϊκοί και τραπεζίτες, θεωρείται στον χώρο των κεφαλαιαγορών πολύ πιο ισχυρή από την Τριμερή Επιτροπή και τη Μπίλντερμπεργκ.

Είναι αυτή που κατά κύριο λόγο προώθησε το άνοιγμα των χρηματοπιστωτικών αγορών, που οδήγησε στη σημερινή παγκόσμια κρίση και στο κραχ του 2008.
 Όπως ήταν φυσικό, η συμμετοχή του κ. Τρισέ σ' αυτήν την οργάνωση του άνοιξε τις πόρτες για να αναδειχθεί σε διοικητή της κεντρικής τράπεζας της Γαλλίας το 1993 και αργότερα το 2003 να διαδεχθεί τον Βιμ Ντούιζενμπεργκ στο τιμόνι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Όμως το γεγονός που σφράγισε την καριέρα του κ. Τρισέ είναι η εμπλοκή του στο σκάνδαλο της γαλλικής κρατικής τράπεζας Credit Lyonnais, το οποίο δικαίως ονομάστηκε ως ένα από τα μεγαλύτερα τραπεζικά σκάνδαλα στη γαλλική ιστορία, αλλά και διεθνώς.

Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα ξεπλύματος χρήματος, αλλά και δοσοληψιών με ύποπτα επιχειρηματικά κυκλώματα, ακόμη και με το οργανωμένο έγκλημα. Το σκάνδαλο ξέσπασε ενόσω ο Τρισέ ήταν διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας και εν γνώσει του. Κατηγορήθηκε για συγκάλυψη και συμμετοχή, αλλά αθωώθηκε τον Ιούνιο του 2003 λόγω έλλειψης στοιχείων. Τα στοιχεία είχαν καεί σε πυρκαγιά που κατέκαψε το αρχηγείο της Credit Lyonnais το 1998 στο Παρίσι. Η γαλλική κυβέρνηση, προκειμένου να χαθούν μια για πάντα τα ίχνη του σκανδάλου που οδηγούσαν σε πολιτικούς και στελέχη της δημόσιας διοίκησης, σαν τον Τρισέ, διασώζουν την τράπεζα με 31 δισ. ευρώ και την ιδιωτικοποιούν. Έτσι κανείς δεν βρήκε ποτέ τίποτε για να ενοχοποιήσει κάποιον υψηλά ιστάμενο γι' αυτό το σκάνδαλο, ενώ ο Τρισέ εξασφάλισε τη δική του ασυλία πηγαίνοντας στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να συνεχίσει το θεάρεστο έργο του.

Αυτά είναι τα κεντρικά πρόσωπα του διεθνούς μηχανισμού που έχει στηθεί για να βοηθήσει,  τη χώρα μας. Αυτοί είναι που τολμάνε να μιλούν για διαφθορά και αναξιοπιστία της Ελλάδας.
* Ο Δ. Καζάκης είναι οικονομολόγος - αναλυτής και το κείμενο του δημοσιεύτηκε στο "Ποντίκι" 9/12

WikiLeaks and Other Global Issues - Philip J. Crowley - Assistant Secretary

WikiLeaks and Other Global Issues


Philip J. Crowley

Assistant Secretary





Foreign Press



New York, NY



December 7, 2010







--------------------------------------------------------------------------------







4:00 P.M., EST



MR. CROWLEY: Good afternoon. Happy to be here. Happy to be back in New York. I think this is very unusual, we did a briefing earlier this morning in Washington and now this is the second half of what we call the double-header this morning, but happy to be here. And I thought the topic I would start with involves putting WikiLeaks in perspective, although I’m sure that you have other subjects on your mind which I will be happy to talk about.

Obviously, the fact that Julian Assange has been arrested in Britain is a matter between Britain and Sweden. The United States does not take a position on the merits of that particular warrant from Interpol for his arrest. We have and continue to condemn what Julian Assange and WikiLeaks has done. In our view, he has done substantial damage to the interests of the United States and the interests of other countries around the world. We clearly recognize that for a period of time, the conduct of diplomacy around the world will be more difficult.

What concerns us more significantly is that in the release of 250,000 cables, Mr. Assange has put real lives and real interests at risk. There are people every day in every country around the world with which we have diplomatic relations who engage diplomats of the United States. These are government officials. These are members of civil society. They help provide perspective on activities and events in those countries. In turn, our diplomats report this information back to Washington, which informs our policies and our actions.

I should emphasize that on any given day diplomats provide their best perspective to policymakers in Washington about world events, but policy is made in Washington, D.C., not out in our posts around the world. But in – certainly in many authoritarian societies by engaging diplomats in the United States, individuals can put themselves at risk. They risk their careers. They risk their lives in some cases, and this is what is irresponsible through the actions of Mr. Assange.

In anticipation of the revelations of these cables, we have reached out to sources around the world. We have expressed our concern about their well-being, and in certain cases, we have offered, if they fear – if they feel threatened, to help them, if necessary, move to a safer location. I can’t say that at this point any of that action has been necessary, but that is something that we will continue to watch as we go forward.

That said, we are very proud of our diplomats. Our diplomats, every day, are out in countries serving the national interest of the United States, which is what they’re paid to do. And we believe that they engage in other countries and work with friends, allies, other partners to help solve global issues around the world. And they’re doing what diplomats for other countries are doing in a place like here in New York, as well as in other locations in our country. This is what diplomats do. And we’re not going to change what we do because of what has happened here.

You can see today, for example, in Geneva, we had Under Secretary Bill Burns engage with other members of what we call the P-5+1 for the first conversation, direct conversation, with an Iranian delegation in more than a year, trying to answer questions that just not the United States, but the international community has about the nature of Iran’s nuclear program.

Today, in Cancun, we have diplomats who are engaged in a difficult, complex effort working with other countries constructively to try to advance the cause of reduction of greenhouse gases. We have, in Morocco, diplomats who are working on a North African partnership, an extension of the entrepreneurial summit last April and the pledge that the President made in his Cairo speech to work to promote entrepreneurs around the world, particularly in Muslim-majority countries. We have a diplomat in Europe today following up on the Secretary of State’s announcement here in New York back in September about cook stoves. You have two diplomats in Ukraine today working cooperatively with Ukraine to combat the challenge of human trafficking around the world.

This is what American diplomats do, day in and day out. There have been those that suggest that there’s a grand conspiracy here. That’s nonsense. The – you see, without talking about any particular cable, what you see in some of the revelations that have come forward is diplomats pursuing in private what we absolutely say every day in public.

There has been suggestions that the United States is responsible for or promoted the release of these documents – again, nonsense. The United States Government condemns what WikiLeaks has done. We had no – well, let me pause – we do recognize that what is a crime started inside the United States Government, where one individual who has pledged to protect and defend the Constitution of the United States violated that pledge and downloaded these documents and released them to someone who is not authorized to have them. The United States Government beyond that played no role in the release of these documents.

There have been suggestions that our diplomats are spies – again, nonsense. Our diplomats do – they are diplomats. They are not spies. What they do every day is seek information, information that helps guide our policies and our actions. We expect that our diplomats, just as the diplomats of other countries, give candid reporting to policymakers about what they see happening in their particular engagements with countries all around the world.

And that is what they’re going to continue to do. We’re very proud of them. And the Secretary of State has been very clear in communicating to our diplomats that we value their work and we hope that their efforts will continue to pursue peace, prosperity, security, which is in our interest, the interest of our people, as well as the interest of the people in other parts of the world.

With that as a brief introduction, I’d be happy to take questions on this or other subjects.

Wait for the microphone, I think.

QUESTION: Hi. My name is Mercedes Gallego. I work with the newspaper El Correo from Spain. My question is actually very simple: Are the American diplomats at the UN ordered to collect information from their colleagues on credit cards and any other personal information?

MR. CROWLEY: Again, it’s very difficult to answer that question without getting into the contents of cables. I will say that the intelligence community provides information throughout the government as to what its priorities are and what its needs are, but that is not a direct tasking to diplomats. Here in New York and anywhere else, our diplomats are guided by U.S. law, and our diplomats do not break U.S. law. Or if they do, for one reason or another, they are subject to appropriate punishment.

So it one thing to say that the intelligence community will tell U.S. Government employees what it would like to have; that doesn’t change the role of our diplomats. As I think Ambassador Rice said very clearly here in New York a couple of weeks ago, our diplomats are just that – they’re diplomats.

QUESTION: My name is Olivier O’Mahony with Paris Match magazine. I wanted to ask you, is there any way to – or to pursue Julian Assange on a legal basis for the damage – damages he’s done to the United States?

MR. CROWLEY: We are pursuing an investigation. And as I acknowledged, first and foremost, we’re pursuing an investigation of what happened inside the United States Government that resulted in the leak of these classified documents. But we have pledged that we will investigate this aggressively and we will pursue anyone that we feel has violated U.S. law and will be held to account. So I can’t predict where that investigation will lead at this point.

QUESTION: This morning in your – sorry, Federico Rampini, La Republica, Italy. This morning in your previous conference in Washington, if I understood well, you said that one of the consequences of the WikiLeaks would have been to make it more difficult to prevent terrorist attacks like the one that were prevented through international cooperation with other governments on the cargo planes recently.

If that is correct, could you elaborate on how that kind of cooperation in antiterrorism would be more difficult? And would that be one of the crimes that Mr. Assange would be charged of?

MR. CROWLEY: I don’t remember that coming up in this morning’s briefing, but I’ll address the question. The United States Government – the United States and the American people clearly benefit from cooperation with other countries in a variety of ways. For example, if you look, on the one hand, we will not solve the global financial crisis without effective action by the United States as well as other countries around the world.

Likewise, when you think about the scourge of terrorism, it is a threat to the United States and to the American people. It is a threat to other countries as well, including in Europe and including in other parts of the country – other parts of the world. You see clearly in a recent instance where crucial information provided by foreign governments enabled the United States and other governments to interdict a terrorist plot against the United States involving the movement of cargo on – passenger and cargo aircraft from the Middle East and Europe headed to the United States. That is precisely the kind of effective cooperation and coordination that allows us to protect our respective populations who all share this risk.

One of the potential impacts of what’s happened here is that country by country, perhaps candor will be – diplomats will be less candid, the flow of information will be interrupted. If that happens, then unfortunately, there could be a rise in terrorism risk to the United States, to the American people, and to others. We’d hate to see that happen. We understand that through these revelations, there has been a breach of trust. We regret what’s happened. We condemn what WikiLeaks has done and we’re going to work as hard as we can to rebuild that trust.

QUESTION: Razi Canikligil, Hurriyet newspaper of Turkey. Turkish Prime Minister Erdogan, he said he will take legal action against the U.S. envoys and – because they made false state – false reports against his government. And he also accused them – making gossip diplomacy.

MR. CROWLEY: I’m sorry?

QUESTION: The gossip diplomacy.

MR. CROWLEY: Gossip diplomacy?

QUESTION: Yeah. What do you – what is your response?

MR. CROWLEY: Well, our – again, without getting into any particular cable, our diplomats provide frank, candid assessments of what’s happening in countries around the world. It is useful and important that our diplomats continue to do that. We take it on faith that the diplomats of other countries do the very same thing here in the United States, reporting back to capitals in countries all around the world.

In fact, when Secretary Clinton, who has done a number of calls and had a number of meetings in her trip last week to Kazakhstan and Bahrain – she was talking to one foreign minister and he said, “Don’t worry about it. You should see what we report about you.” This is what diplomats do. They provide their best perspective.

Now, that perspective may be what they see or what they sense at a particular time, and those judgments evolve as events evolve. So what you see frequently in cables is just a snapshot in time based on – in some cases, it may not be based on what a diplomat himself or herself feels. It might be based on what they were told by somebody else. So – but this is the nature of diplomacy. This is what we ask our diplomats to do, to give their best judgment, their best assessment to inform policymaking back here in Washington.

That said, we have a close, effective relationship between the United States and Turkey. It benefits the United States, it benefits Turkey, it benefits the region as well. We are NATO allies. We are close friends. The next meeting of the P-5+1 will occur in Istanbul and we will be very grateful for Turkey’s willingness to host this second meeting of what is a crucial dialogue to the future of the region with which Turkey sits and with which Turkey has a relationship with Iran.

The Secretary met last week with Foreign Minister Davutoglu. It was a very constructive meeting. And we’re going to continue to cooperate on a broad series of issues with which the United States and Turkey share mutual interests.

MODERATOR: We have a question from Washington.

QUESTION: Hello, my name is Wolfgang Geier from ORF. The assessment that was made (inaudible), to put it mildly. Any reactions from Austria (inaudible)? In your view, (inaudible)?

MR. CROWLEY: Well, again, I’ll leave the second question aside in terms of whether we stand by the assessments. These were classified documents and private assessments by our diplomats to our policymakers. And we will keep them private.

We understand that this has created turmoil. It’s one of the reasons why, in the days before the beginning of the release of documents – and our estimate now is roughly 1,400 documents have been released publicly – we reached out to diplomats around the world to warn them about what was coming, and to the extent that we had had some time since the first revelation of the leak back in the spring, we’ve been able to do a damage assessment. We have a sense of what is in this tranche of 250,000 cables. And we’ve had frank, honest discussions with governments since these cables have been released publicly. We’re going to continue to do that.

Our ambassadors, on a case-by-case basis, have reached out and communicated to local populations to try to put this in context. In brief, our relations with other countries are based on mutual interests and mutual respect, and that has not changed by what has happened here. We believe that there will be difficult moments ahead in the short term, but we think that over the longer term, the larger interest and the compelling interest that we have in Europe and elsewhere will once again rise to the fore.

So we’re prepared to work as hard as we can for as long as it takes to rebuild the trust that we know has been strained by what has happened.

QUESTION: Frank Van Vliet of Die Telegraaf from the Netherlands. There are suggestions that the recent problems of WikiLeaks are sort of organized by the United – of – by the U.S. – the access to the web, Visa card, MasterCard, not dealing with them anymore. Can you – are you trying to shut them down like that or can you say with hand on your heart that you’re not behind all these accusations?

MR. CROWLEY: Just to clarify, I’m not exactly sure what you’re talking about.

QUESTION: I’m talking about, at the moment, WikiLeaks doesn’t have access anymore to their Visa and MasterCard accounts. They have problem getting into own website, et cetera. So the suggestion was that you or the U.S. Government is behind those things and trying to close them down this way.

MR. CROWLEY: Well, you’re talking about private businesses. I can’t explain why they’re having that kind of difficulty. I just don’t know of any involvement by the United States Government on this.

QUESTION: Alexei Osipov of Novosty Nedeli. Russian President Medvedev (inaudible) reacted to WikiLeaks. And he says that WikiLeaks confirm that American policy is very cynic. Will you respond for this?

MR. CROWLEY: Well, absolutely. The President has had a number of meetings with President Medvedev and I would expect there will be more of those in the future. Likewise, Secretary Clinton talks on a regular basis with Foreign Minister Lavrov. And we’re going to continue doing what we do. Russia plays a central role in some of the issues that we’ve outlined here, from the P-5+1 to our efforts to try to convince North Korea to pursue a different path.

So Russia has a keen interest in how Iran advances. Russia has the same concerns as the United States regarding Iran’s nuclear programs. Russia played a constructive role in that context in declining to forward the S-300 missiles to Iran, as one example in the aftermath of UN Security Council Resolution 1929. So we will continue to cooperate with Russia. We’ll continue the so-called reset with Russia. And that – our relationship with Russia will not change by what’s been revealed here.

QUESTION: I’ve actually got the mike right down here. David Common with Canadian television.

MR. CROWLEY: Hello, David.

QUESTION: Just in relation to the investigation on Assange, he’s threatened to release more documents that originated with State, some of them top secret, if in fact he’s charged by the U.S. What role does that play in the broader investigation and the consideration whether to charge?

MR. CROWLEY: Well, the fact is he’s already released the documents to some news organizations, and so that was the basis of an exchange between Mr. Assange’s lawyer and the legal advisor of the State Department a few days ago. We called on him to return stolen property to the United States Government and he declined. I can’t predict where the investigation is going to go. Our Justice Department will investigate this fully. They’re working hand-in-glove with the Department of Defense and others. And we will hold those who have committed crimes against U.S. law fully accountable.

QUESTION: I am – my name is Hassim Al Adaf. I am a reporter of BBC Urdu and I have a very – two quick questions. Secretary – that – by – from WikiLeaks reports, it has been revealed purportedly that United States had been (inaudible) for getting amnesty to the military dictator like General Pervez Musharraf in Pakistan, and who did a lot of human rights violations, including he dismissed judges and put them in jail, and journalists. So do you think it’s good for the image here in the eyes of people of Pakistan?

And my second question: Don’t you think this is heart (ph) of tsunami to American diplomacy, the WikiLeaks? And if so, how much damage has been done?

MR. CROWLEY: Well, we think in the immediate term, damage has been done. You can look yesterday at the release of very sensitive information in terms of infrastructure that affects the United States and what supports our economy and our society and the – and those of other countries.

Information is classified for a very good reason. In some cases, it’s sensitive information that is crucial to the conduct of diplomacy or our economy. In other cases, it’s the sensitivity of sources, whether human sources or their technological sources. Every government has secrets. Every company has secrets. In Mr. Assange’s world, this – Google would give up its algorithm. In Mr. Assange’s world, Coca-Cola would give up its secret formula.

The fact is that everyone has proprietary information and you need protected information for any entity to be able to properly function. So we recognize that this is damaging. We’re going to do everything in our power to apply lessons that we’ve learned. We’ve already taken some steps to try to make sure that this cannot happen again. In a way, this is a 21st century challenge that you have information that is attached to global networks and you – in the race of technology, not only the United States, but others will have to work ever harder to try to protect that information, whether it’s from a leaker on the one hand or from a hacker on the other hand. This is a – this would be a profound challenge for companies and countries going forward.

In my view, judge the United States by its actions. And Pakistan is a perfect example – somebody’s got a phone on – perfect example of where the United States has worked to help Pakistan restore civilian government, from what amounted to a military dictatorship. And we are moving forward with a strategic partnership not only to continue to help Pakistan improve its military capability to confront an insurgency which is a threat to Pakistan as well as other countries. And most importantly, to build up the capacity of the Pakistani Government to be able to serve the legitimate needs of the Pakistani people.

We have put a significant amount of money forward. We have made a long-term commitment to Pakistan. We recognize that the Pakistani people are skeptical. We understand that. We’re going to work hard in a sustained effort over time to try to convince Pakistan that this is a relationship that we believe will be enduring and will serve the interests of the Pakistani people, the American people, and other people in the region and around the world.

MODERATOR: We’re going to take one more question from Washington.

QUESTION: Christophe Schmidt from AFP.

MR. CROWLEY: Hey, Christophe.

QUESTION: My question is on the Middle East. So we are just on the – is the United States (inaudible) try any more to get extension of the settlement freeze in the West Bank? So I understand your goals remain the same, that is, (inaudible). But could you elaborate on the change in strategy and the reasons for it?

And also, there is a report saying that Secretary Clinton will make a statement tomorrow. So is that true?

MR. CROWLEY: Well, Christophe, I’ve been on an airplane since I saw you last, so I – the Secretary will have more to say later in this week, but I’m not – I just have not been informed about a particular statement tomorrow at this point.

Let me work – I would say in response to your question, there’s not a change in strategy; there may well be a change in tactics. Let’s work from back to front. The United States remains committed to end the conflict in the Middle East. And we continue to pursue comprehensive peace in the Middle East, and that is in the context of the Israeli-Palestinian challenge, in the context of the Israeli-Syrian challenge, and in the context of the Israeli-Lebanese challenge. Nothing has changed.

We continue to pursue a framework agreement where we can reach a basic understanding on all of the core issues within this effort. They’re all well known, from borders and security to refugees and the status of Jerusalem. We have been pursuing a moratorium as a means to create conditions for a return to meaningful and sustained negotiations. After a considerable effort, we have concluded that this does not create a firm basis to work towards our shared goal of a framework agreement. And so we will be, in the coming days, inviting Palestinian and Israeli representatives to come to Washington to review how to best move the process forward and continue to make progress on the core issues.

QUESTION: Thank you, Mr. Crowley. Sylviane Zehil, L’Orient du Jour. WikiLeaks says that in the cable, that there are proof that the U.S. controls Special Tribunal for Lebanon. Do you have any reaction on that?

MR. CROWLEY: Well, I’ll be happy to answer that question while sitting here in New York across the street from the United Nations. No nation controls the Special Tribunal on Lebanon. It is an international body that is independent, and it is seeking justice and an end to impunity in Lebanon. It is supported by the United States, it is supported by the international community, but it is independent. And we reject all efforts to try to politicize the work of the tribunal. We will continue to support the tribunal and we look forward to whatever judgments and actions it recommends.

MODERATOR: Right over here.

QUESTION: Janine Harper, Fuji TV.

MR. CROWLEY: Hi.

QUESTION: Can you just describe your feeling upon hearing the news that Julian Assange was arrested today?

MR. CROWLEY: We – I’ve already answered that question. This is an issue between Britain and Sweden.

QUESTION: Hi, Robert Poredos, Slovenian Press Agency. I was wondering, was there any kind of embarrassment about the revelations in the State Department? Would they change in any way how you guys conduct your business or communicate in the cables?

MR. CROWLEY: We don’t plan to change what we’re doing as a result of these revelations.

QUESTION: Thank you, sir. My name is Kahraman Haliscelik with Turkish Radio and Television. One of my colleagues asked probably the same question. But with all due respect, some of the revelations were accusatory, like prime minister had bank accounts in Switzerland, or this had this, or those were accusations that normally within the country, people would pursue in courts. I mean, to – if somebody said that in politics, the prime minister sue them.

In the same context, did you speak with anybody about those things in Turkey? Did somebody speak with the prime minister of Turkey, or did any of these accusations – were spoken between the Secretary of State and Mr. Davutoglu?

MR. CROWLEY: The Secretary and the prime – and the foreign minister did have a meeting last week. Included in that meeting was a 30-minute one-on-one meeting where the Secretary and the foreign minister discussed WikiLeaks, and they emerged from their private meeting and recommitted themselves to continue to work to strengthen our relationship and to continue to cooperate on crucial issues of importance to Turkey and the United States. Beyond that, I won’t comment on any other – on the contents of any cable.

MODERATOR: Right here, Mr. Crowley.

MR. CROWLEY: All right.

QUESTION: Okay. Zdenek Fucik, Czech News Agency. In your view, where do you see the distinction between WikiLeaks and the traditional media, which has published cables as well? Do you think they could be affected by the DOJ investigation as well?

MR. CROWLEY: Well, earlier today, we announced that we proudly will host UNESCO’s 2011 World Press Freedom Day. And that is – that’s something that’s enshrined in our Constitution. It’s something that we promote day in and day out all around the world. We understand and appreciate and support the vital role that journalists have in creating a civil society around the world in holding governments to account. It is essential to the advance of good governance and, country by country, the advance of democracy. And we understand that you and your colleagues in various parts of the world are subject to intimidation and legal action and in some cases assassination every single day. So we appreciate and without hesitation continue to support the role of journalists in your daily pursuits. In our view, Mr. Assange is not a journalist.

MODERATOR: Yeah, go ahead.

QUESTION: Yes, Neeme Raude, Estonian television.

MR. CROWLEY: I’ll let you guys do the selections.

QUESTION: Okay, sorry. The main thing, as you said and other experts said, is to rebuild the trust. How the United States is doing that? What actions do you plan for that?

MR. CROWLEY: Well, we have done extensive outreach and we’re going to continue to do outreach with governments and with civil society. Our ambassadors and other diplomats have been engaging in daily conversations over the past couple of weeks and will continue to do that. But again, I would just say judge the United States by what we are doing day in and day out to advance our national interests but also to advance interests of other countries and other regions. There was no grand conspiracy through any of these that I have seen. We are continuing to cooperate and collaborate with other countries because it is in our mutual interest to do so. Our diplomats haven’t changed their pursuit of this cooperation, and we are – continue – encourage them to continue to do what they do.

And as I said at the outset, that’s what we’re doing country by country. It’s why the Secretary hosted the foreign ministers of Japan and South Korea yesterday, because we still face these compelling challenges. And none of these challenges can be resolved without broad cooperation. None of these challenges can be resolved without a role of the United States. So we can’t let Julian Assange undercut the system of close cooperation among governments which is symbolized by the United Nations here in New York, but also by other partnerships or formal alliances or regional organizations with which the United States and other countries cooperate for the good of the people of the world.

QUESTION: Following up on the question of –

MODERATOR: State your name and organization.

QUESTION: Kristin Saloomey from Al Jazeera English. Excuse my voice. A follow-up to the question on the Middle East peace process: How will the Administration bring the Palestinians back to the table, given the settlement issue was a red line for them? They said they won’t come back to the table. Is supporting a Palestinian declaration of statehood at the United Nations, or at least not opposing a declaration, an option that the U.S. would consider?

MR. CROWLEY: Well, taking that last point, we believe earnestly that final status issues should be negotiated between the parties. And we think at this stage, bringing these issues to the United Nations will just distract us from the important business at hand of charting a way forward and tackling the core issues in discussions between the Palestinians and the Israelis. It will take a complex environment and make it even more complicated. So –

QUESTION: (Inaudible) the negotiations aren’t going anywhere?

MR. CROWLEY: Well, we’re going – recall what I made clear: We haven’t changed our ultimate objective of ending the conflict. We still believe that in order to make progress on these issues, some kind of direct negotiation will be necessary. All that we’ve changed here is the path by which we will pursue progress on the core issues and, once again, try to create conditions that enable the process to move forward.

We thought for a period of time that the moratorium and then a resumption of the moratorium might be the best mechanism to advance a meaningful and sustained dialogue between the parties. We’ve come to the conclusion that that is not the best basis to move forward. We will have further conversations on the substance with the parties and will continue to try to find ways to create the kind of confidence that will eventually, we hope, allow them to engage directly.

QUESTION: Yes, my name is Kyung Min Jung, a correspondent for Korean newspaper. With regard to collecting information of United Nations high-profile people, including Secretary General, can you explain why do you need the personal information such as credit card number and internet password? I think that caused a kind of a suspicion of U.S. diplomats’ role.

And second, I know that Secretary Clinton met Secretary General Ban Ki-moon recently, so what she explained about this issue? Can you brief it?

MR. CROWLEY: I’m – they did have a meeting and it was a constructive conversation. I will leave it between the Secretary and the Secretary General. She has reached out to a number of leaders in person and by phone and will continue to do that.

Regarding your first question, all I can tell you is that our diplomats are governed by U.S. law. And nothing in a, what I would call, intelligence community wish list changed the fundamental role of any of our diplomats.

QUESTION: Hello. My name is Louise With. I’m with Daily Newspaper Information in Denmark. Coming back to legal action, I’m wondering, first, what steps are you taking to protect this information better, given that we’ve heard that millions had access to it, that it was on lots of computers? And secondly –

MR. CROWLEY: Millions is not right.

QUESTION: Hundreds – how many? I’m wondering about that, too, actually.

MR. CROWLEY: A large number.

QUESTION: And secondly, which laws could be relevant here, which U.S. laws? Or would Congress have to consider new legislation to take legal action against WikiLeaks? Thank you.

MR. CROWLEY: I’m not a lawyer, so I will leave the second question to our fine lawyers at the Department of Justice.

Your first question is a very good one, and it’s appropriate to address that question here in New York. If you – in the pre-9/11 environment, information was siloed agency by agency and then very selectively offered across walls across the United States Government. In a vernacular, that meant that the proper dots were not connected to allow everyone across the government to fully understand what was transpiring with respect to this terrorism plot.

In the aftermath, rightly, there was a shift from need-to-know to the concept of need-to-share. It is the right concept, and through a variety of new legislation and reforms, we reformed our intelligence community and reformed the way in which agencies shared information. And this is vitally important in today’s operating environment. You look at a place like Afghanistan, for example, where you have soldiers standing side-by-side with diplomats, standing side-by-side with agricultural experts, standing side-by-side with legal experts, who are trying in different ways to help stabilize and strengthen Afghan institutions so that the Afghans can effectively govern themselves. And the Afghan Government at the state and – local and provincial level can serve the needs of the Afghan people. In order to work constructively in a whole-of-government effort, you need to share information so everyone is on the same page. So that is what we do. And it was in that context that we had a shared database where State Department information was available to others, including personnel within the Department of Defense.

In light of what has happened here, we have already taken and made certain adjustments. In the short term, we have narrowed the number of people who have access to the State Department database where these cables reside. And we are reviewing our procedures, and it may well be that we have to re-balance the need to share with the need to protect information. So that is something that is being actively pursued, led by a task force at the White House, of which the State Department is a full participant.

QUESTION: My name is Moviz Saddiqi, and I’m from AAJ TV from Pakistan. I have two quick questions. Number one, some part of the world, including Mister President of Iran, consider this leak is by design, from America, number one. Number two question –

MR. CROWLEY: Can I answer that question first?

MODERATOR: We’re just going to – we’ll take his one question and then we have time for one more.

MR. CROWLEY: No, I’m fine. I’m fine.

QUESTION: Second question is –

MR. CROWLEY: The first answer is no. As I’ve already answered this question a couple of times, no one within the United States Government with a brain wanted to see this happen. I can guarantee you this is not part of any grand conspiracy on behalf of the United States. The last thing that we wanted to see is what has actually happened.

QUESTION: My second question is about this WikiLeaks. Secretary Clinton says (inaudible) about the Saudi rulers. This is – they announced there was no (inaudible) real threat in the Middle East. But he’s – as you know, he’s a dictator. And 80 percent of population – with the news, anyway – says that 80 percent of population of Arab, the threat – they consider Israel is a real threat. Seventy-seven percent of Arabs, the threat America, 77 percent – America is real threat. So why she consider a dictator’s word, not the people words?

MR. CROWLEY: That’s a very difficult question to answer. All I can tell you, once again, is to judge the United States by what we do. What we are doing today is continuing to pursue comprehensive peace in the Middle East. We are continuing to work collaboratively and constructively with the international community in places like Afghanistan, Pakistan, Yemen. As we mentioned earlier, we continue to support the special tribunal in Lebanon, obviously one of the most challenging and tense situations within an already volatile region. We are supporting these efforts and others, and I would also mention what we’re doing today in – with respect to Cote d’Ivoire and some meetings that happened across the street at the United Nations today to promote democracy and to demonstrate that we are committed to respect the will of the Ivoirian people.

This is what the United States does day in and day out, serving what we believe and trying to help solve challenges which affect our people and reflect – and affect people around the world. We are interested in peace, prosperity, security. We understand that people have some very strong views about the United States. We are committed to engage not just governments around the world, we’re engaging people around the world. The President has led an effort to try to change the context of the conversation. In a place like Geneva today, we understood that the tension that has existed between Iran and the United States would not be resolved in one meeting, but we are gratified that there is now a commitment to a second meeting, and we hope that that will lead to a process through which the international community and Iran can resolve questions that do exist about the nature of Iran’s nuclear program.

We hosted a very important meeting yesterday with respect to our treaty allies in the Pacific region, Japan and Korea. We continue to engage China and others to try to reduce tensions along the Korean Peninsula. As the Secretary announced yesterday, there will be a high-level delegation from the United States led by the Deputy Secretary of State Jim Steinberg go out – will be going to the region next week, again, in the pursuit of peace and the pursuit of our agenda of avoiding the proliferation of dangerous materials that poses a risk not just to the United States but to other countries around the world. This is what we do. And we hope that over time people will respect what we do. We’re not out to capture territory. We’re not out to dominate people. We’re out to solve shared challenges. And that’s – we hope is how people around the world will judge us.

MODERATOR: Okay, I think we have time for one more question.

MR. CROWLEY: We’ll take two.

QUESTION: Thank you. My name is Natalia Slavina, ITAR-TASS Russia. The year is going past. Could you name the main crucial achievements of State Department foreign policy as well as in this view of the relationships between Russia and USA? Thank you.

MR. CROWLEY: An achievement this year –

QUESTION: Achievements.

MR. CROWLEY: Between the United States and Russia?

QUESTION: As well as just in foreign policy in general and with Russia.

MR. CROWLEY: Boy, what an opening. Well, we hope, we hope, that before the year is out the United States Senate will provide its advice and consent regarding a New START Treaty which was negotiated beginning late last year and into the first part of this year in good faith between Russia and the United States. That treaty is absolutely in the United States’s interest, in Russia’s interest, and in the world’s interests. The two leading nuclear superpowers should, in fact, cooperate to reduce our reliance – to reduce our stocks and reduce our reliance on nuclear weapons. This is an example of where Russia and the United States can lead by example, and we hope that the respective legislatures of both countries will recognize that and affirm this treaty as soon as possible. We hope that this will happen in the United States before the end of the year.

I think that if you think about Africa, for example, while we continue to work with the international community to convince the current government in Cote d’Ivoire to work towards a – to respect the will of their people and work towards a peaceful transition, we also recognize that we just had a significant achievement in Guinea Conakry, where, for the first time in decades, there is a new democratic government that the United States, together with France and others in the region, were able to help engineer from a very tragic circumstance where a number of people were killed in a stadium. But that led the way to a fundamental change in Guinea Conakry.

But we recognize that that’s one example. There are many, many others. I would say what the Secretary has done this year, among other things, in terms of continuing to bring attention to the challenge confronted by women around the world and the importance that if you were going to solve local, regional, international challenges, women will have to play a more significant role. Women will have to have the same rights as their male colleagues. Where 70 percent of women around the world – or 70 percent of agricultural workers are women, you have to advance the status of women in these societies, give them the ability to own property, to accumulate wealth. And that has – that can have a profound effect in helping to transform different countries, different regions, and the world as a whole. So these are just some examples of what we’re very, very proud of in terms of what we’ve accomplished this year. That’s not an exclusive list. There are many others.

QUESTION: Thanks a lot. Matthew Lee, Inner City Press. I wanted to ask about Yemen. You were asked, I think back on December 15th, if the U.S. was involved in any military operations in Yemen. And you said no. And obviously, the cables have sort of confirmed air strikes at least as early as December 17th. I understand maybe you’re going to say that you – the question was only about the Houthis. Can you just say – I guess is it –

MR. CROWLEY: Well, in fact, the question was about the Houthis.

QUESTION: Does that –

MR. CROWLEY: I went back. I was asked about this earlier, and I went back to the transcript of last year. And the question started with the Houthis claiming that the United States had bombed them, and the answer to that question was no. Remember, in Yemen, there are multiple conflicts, and thankfully, at least for the moment, the conflict between the Yemeni Government and the Houthis has been resolved – or not resolved, but it has been arrested. But there is a conflict between the Yemeni Government and al-Qaida in the Arabian Peninsula. If you go back to a number of cases where we have been asked about particular issues, we have given a different answer that the United States supports Yemen’s counterterrorism efforts without being specific. So I understand that there is some confusion over how I answered that question, but I answered that question in the context of whether the United States was involved in the Yemeni action against the Houthis, and the answer to that was and remains no.

QUESTION: And also on Sudan, I wanted to ask you – there’s some who are saying that the government started bombing – has been bombing in Darfur for some weeks and has actually now twice bombed South Sudan. So some people are wondering why the U.S. – obviously, the focus is on the CPA and the referendum, but is the U.S. thinking of naming an envoy, as some of the activists and NGO groups have said? What is the U.S. view of – are things going – what’s this bombing mean? Does it mean that the government is trying to stop the referendum? And what does – during your Security Council presidency?

MR. CROWLEY: I’m delighted that you brought up Sudan, and I think probably working off of the question of accomplishments in 2010, we can look to probably what might well be the most significant story that we face in 2011. We are now 30 days away from a referendum about the future of Sudan. We are encouraged by the voter registration that has been ongoing in preparation for that referendum. And we have made it clear to the parties that their future relationship with the United States depends on working cooperatively towards a successful and credible referendum on January 9th.

And secondly, depending on the outcome of that referendum and the will of the people of South Sudan, who through the CPA have earned the right to have a voice in their future, we have made it clear to leaders in Khartoum and Juba that they must cooperate in the post-referendum phase. And should the people of South Sudan vote for independence, it’ll be incumbent upon them to work effectively and cooperatively leading to the creation of a new nation of South Sudan next July.

This is arguably the most compelling – one of the most – if not the most compelling story that the world will face in the first half of 2011. And we understand the risks quite compellingly that if this goes well, it has the ability to transform and have a very positive effect on many challenges around the region, not the least of which is the situation in Darfur. And if it goes badly, we understand that there is a significant risk of a return to civil war. We are doing everything in our power, working, again, cooperatively with the international community, to try to make sure that the referendum on South Sudan moves ahead constructively.

We continue to press the parties with respect to the situation on Abyei. I think we have a recognition that that referendum will not go forward on January 9th, but we continue to encourage the parties to work on a solution to Abyei. Our Special Envoy Scott Gration has just – is returning to the region today and will be engaged over the next several days in Khartoum, in Juba, in Darfur. He will also be in Doha where the Qataris have led a very effective process to garner international support for this effort. So this is something that we have been committed to since the Obama Administration came into office, following up on the Comprehensive Peace Agreement that was negotiated during the last American administration, and we are committed to do everything in our power to see this referendum come off peacefully and credibly.

Okay, one more.

QUESTION: Thank you. I am Hyun Sik Lee of SBS Korea. Is there still a possibility of the United States and the allies discussing the matter of Yeonpyeong Island’s shelling at the Security Council of the UN? Thank you.

MR. CROWLEY: I’ll probably defer to my colleagues here at the UN on that. We did discuss the way forward yesterday in – with the Secretary in her discussions with the foreign ministers of Korea and Japan, and we will be consulting, as we said, next week with our partners in the Six-Party process. So I don’t want to rule out that – any particular action, but this is something that is under discussion.

Thank you very, very much.

MODERATOR: Thank you.