Γιατί δεν αφήνουν την Ελλάδα να χρεοκοπήσει
Ένας διεθνής σχολιαστής έγραψε για την Ελλάδα ότι αν υπήρχε βραβείο για τον πιο αργόσυρτο... αργό θάνατο θα το είχε κερδίσει. Και προέτρεψε τους Ευρωπαίους να αφήσουν την Ελλάδα να πεθάνει, για να τελειώσει επιτέλους αυτό το μαρτύριο. Όμως, η ΕΚΤ δεν θα επιτρέψει ούτε «κούρεμα» πιστωτών, ούτε ακόμη και μια απλή επιμήκυνση χρονικής διάρκειας του χρέους, όσο υπάρχει στα θεμέλια του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος το εύφλεκτο υλικό των CDS.
Τα CDS, τα περιβόητα ασφάλιστρα κινδύνου χρεοκοπίας, που κατά το γνωστό παραλληλισμό επιτρέπουν σε κάποιον να αγοράσει ασφάλιση για το σπίτι του γείτονα και να γίνει πλούσιος μόλις αυτό καεί, βρίσκονται στο επίκεντρο όλου του προβληματισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στη βάση του οποίου θα δοθεί και η απάντηση στο ερώτημα των δισεκατομμυρίων: μπορεί να επιτραπεί μια χρεοκοπία στη μεγαλύτερη νομισματική ένωση ανεξάρτητων κρατών;
Τα δεδομένα του προβλήματος, όπως τονίζουν στο “S10” έγκυρες τραπεζικές πηγές, έχουν ως εξής:
n Όλα τα σενάρια αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, από την απλή επιμήκυνση μέχρι το γενναίο «κούρεμα» πιστωτών, έχουν σήμερα από μόνα τους πάψει να απασχολούν σοβαρά το ευρωπαϊκό οικονομικό σύστημα για τις ενδεχόμενες παρενέργειές τους, οι οποίες θα ήταν δυσβάστακτες αν το ίδιο γεγονός είχε συμβεί πριν από ένα χρόνο.
n Νεότερα στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών δείχνουν ότι στα τέλη του 2010 η συνολική έκθεση (δημόσιο και ιδιωτικό χρέος) ξένων τραπεζών στην Ελλάδα είχε μειωθεί δραστικά στα 160 δισ. δολ. Τη μεγαλύτερη έκθεση έχουν γαλλικές (53 δισ.) και γερμανικές (34 δισ.) τράπεζες. Τα ποσά αυτά είναι στην πραγματικότητα πολύ μικρά σε σχέση με το ενεργητικό των τραπεζών και με την κεφαλαιακή τους βάση, που έχει στο μεταξύ ενισχυθεί σημαντικά.
n Στη χειρότερη περίπτωση θα χρειασθούν μικρές ενέσεις κεφαλαίων από τις κυβερνήσεις και τους μετόχους για να αντιπαρέλθουν μια χρεοκοπία της Ελλάδας. Ακόμη και οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να αντέξουν στο κόστος ακόμη και μιας σχετικά «βαριάς» αναδιάρθρωσης του χρέους, έστω και με ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που έχει συσταθεί με πρωτοβουλία της τρόικας, όχι τυχαία, και έχει «προικιστεί» με κεφάλαιο 10 δισ. ευρώ.
Αν, λοιπόν, το ελληνικό πρόβλημα εξετασθεί από αυτή τη στενή οπτική γωνία, η ΕΚΤ θα μπορούσε να δώσει αύριο το πρωί την άδειά της, για να τελειώσει το «ελληνικό μαρτύριο του αργού θανάτου» και να ικανοποιηθεί ο Βρετανός σχολιαστής για τον οποίο μιλήσαμε εισαγωγικά. Όμως, στα θεμέλια του ευρωπαϊκού οικονομικού συστήματος βρίσκεται καλά τοποθετημένη η «βόμβα» των CDS, που αυτή την περίοδο για τους τραπεζίτες της Φραγκφούρτης αποτελεί το σοβαρότερο πρόβλημα που πρέπει να εξετασθεί με μεγάλη προσοχή, πριν από οποιαδήποτε απόφαση για μια χρεοκοπία στην ευρωζώνη.
Το μυστικό της υπόθεσης των CDS έχει δύο οπτικές προσέγγισης:
n Από την πλευρά των πωλητών των CDS, δηλαδή των μεγάλων τραπεζών με αξιολόγηση «τριπλού Α», που πουλάνε σε επενδυτές τα συμβόλαια κάλυψης έναντι του κινδύνου χρεοκοπίας, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη, αυτό που δεν αποκαλύπτει η ΕΚΤ, αλλά είναι μια πικρή αλήθεια, είναι ότι οι μεγαλύτεροι πωλητές τέτοιων συμβολαίων είναι τα... καμάρια του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, δηλαδή οι κορυφαίες τράπεζες της ευρωζώνης (γαλλογερμανικής, κυρίως, προέλευσης). Αν υπάρξει πιστωτικό γεγονός (credit event), δηλαδή μια επιβεβλημένη σε όλους τους κατόχους ομολόγων αλλαγή των όρων των τίτλων, θα ενεργοποιηθούν τα CDS και οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες θα βρεθούν εκτεθειμένες σε υποχρεώσεις δισεκατομμυρίων, που θα τις «γονατίσουν», ενώ οι αρχές θα έχουν τη δυσάρεστη πολιτικά υποχρέωση να ενισχύσουν με κεφάλαια των φορολογουμένων τραπεζικά ιδρύματα που ουσιαστικά «τζογάρισαν» στη χρεοκοπία κρατών της ευρωζώνης και «κάηκαν».
n Από την πλευρά των αγοραστών των CDS, το πρόβλημα τίθεται διαφορετικά: υπάρχει ένα νομικό «παράθυρο» στα συμβόλαια, που αν το αξιοποιήσουν κατάλληλα όσοι επεξεργασθούν το σενάριο της ελληνικής χρεοκοπίας, μπορεί να οδηγήσει στην πλήρη απαξίωση των ακριβοπληρωμένων για τους αγοραστές συμβολαίων. Αν η Ελλάδα προχωρήσει σε μια ανταλλαγή ομολόγων σε εθελοντική βάση, προκειμένου να αναδιαρθρωθεί το χρέος, τα CDS χάνουν εντελώς την αξία τους, καθώς δεν θα υπάρχει το πιστωτικό γεγονός που θα τα ενεργοποιεί. Έτσι χάνουν δισεκατομμύρια οι αγοραστές των λεγόμενων «γυμνών» CDS, δηλαδή όσοι τα απέκτησαν μόνο για κερδοσκοπία, χωρίς να κατέχουν ομόλογα που χρειάζονται ασφάλιση κινδύνου (βλ. το παράδειγμα με το ασφαλιστήριο για το σπίτι του γείτονα). Σε αυτή την περίπτωση κερδίζουν μεν οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες, αλλά χάνουν τα κερδοσκοπικά χαρτοφυλάκια, που θα είναι πολύ αμφίβολο αν θα μπορέσουν να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους στις τράπεζες για να κλείσουν τα συμβόλαια CDS και υπάρχει ένας άλλης τάξεως κίνδυνος για το τραπεζικό σύστημα, που είναι πολύ δύσκολο να υπολογιστεί εκ των προτέρων.
Ακόμη χειρότερα για την ΕΚΤ, όμως, είναι τα πράγματα σε σχέση με μια τρίτη κατηγορία επενδυτών. Αυτών που έπαιξαν το φαινομενικά απλό κερδοσκοπικό παιχνίδι, όπου αγόραζαν ομόλογα της περιφέρειας (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία) με «τρελές» αποδόσεις και παράλληλα ασφάλιζαν τον κίνδυνο αυτών των τοποθετήσεων με αγορές CDS. Οι διαφορές ανάμεσα στις αποδόσεις των ομολόγων και στο κόστος ασφάλισης ήταν σταθερά θετικές και όχι ασήμαντες (ξεπερνούσαν οριακά τις αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων), γι’ αυτό και το παιχνίδι αυτού του είδους είχε νόημα. Σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, που, όπως λένε τραπεζικοί παράγοντες, όταν κλιμακώθηκε η κρίση στην περιφέρεια ουσιαστικά οι μόνοι αγοραστές ομολόγων της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας ήταν η ίδια η ΕΚΤ και οι κερδοσκόποι που ασφάλιζαν με τον τρόπο που προαναφέρθηκε τις επενδυτικές θέσεις τους.
Τι σχέση έχουν όλα αυτά με την Ελλάδα; Αν επιλεγεί για την Ελλάδα μια λύση αναδιάρθρωσης που θα ενεργοποιεί τα CDS, οι επενδυτές που προαναφέρθηκαν θα «κάνουν τζάκποτ» εις βάρος των μεγάλων τραπεζών. Αν επιλεγεί μια λύση εθελοντικής αναδιάρθρωσης, όμως, οι ίδιοι επενδυτές θα δουν τα χαρτιά τωνCDS που έχουν στα χέρια τους να χάνουν εντελώς την αξία τους και είναι βέβαιο ότι θα οδηγηθούν σε μαζική έξοδο όχι πια από την Ελλάδα, αλλά από την Ιρλανδία και την Πορτογαλία και πιθανόν από άλλες, λιγότερο «ασθενείς» χώρες της περιφέρειας, όπως η Ισπανία. Η ΕΚΤ ακόμη προσπαθεί να υπολογίσει, χωρίς την παραμικρή βεβαιότητα όμως, ποιες διαστάσεις θα μπορούσε να πάρει το ντόμινο σε αυτή την περίπτωση και πόσο ασφαλείς είναι οι άλλες, πλην της Ελλάδας, περιφερειακές οικονομίες.
Στην αρχή της ελληνικής κρίσης είχε ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση για το αν θα πρέπει να απαγορευθούν τα «γυμνά» CDS και να τεθούν αυστηροί κανόνες εποπτείας για τα CDS αντιστάθμισης κινδύνου. Η ιδέα, την οποία υποστήριξε και ο Γ. Παπανδρέου, είχε κερδίσει έδαφος στις τάξεις των ηγετών της ευρωζώνης, αλλά τελικά απορρίφθηκε επειδή στο παρασκήνιο μπλόκαραν την υλοποίησή της οι μεγάλες τράπεζες, που έβλεπαν μεγάλα κέρδη από αυτή την αγορά συμβολαίων ασφάλισης.
Τώρα, το πρόβλημα των CDS «στοιχειώνει» όλες τις προσπάθειες εξόδου της ευρωζώνης από την κρίση χρέους, αφού κανείς δεν παίρνει την ευθύνη για τη μια ή την άλλη λύση που θα περιλαμβάνει μια αναδιάρθρωση χρέους, υπό τον φόβο ότι θα ανοίξει ένα τραπεζικό «κουτί της Πανδώρας» με απρόβλεπτες συνέπειες. Έτσι, το πιθανότερο είναι ότι η Ελλάδα θα παραμείνει εγκλωβισμένη σε εξωφρενικά προγράμματα λιτότητας και νέα διεθνή δάνεια, για να συζητηθεί το 2013 η αναδιάρθρωση του χρέους, όταν ο χρόνος θα έχει γιατρέψει τις πληγές που άνοιξαν οι τραπεζίτες με τις ολέθριες επιλογές τους και τα κοντόφθαλμα κερδοσκοπικά παιχνίδια τους