Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2012

Η κρίση θέλει περισσότερη ένωση.



ΕκτύπωσηPDF
ecb2O Mario Draghi δεν έχει λύσει την κρίση του ευρώ. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έχει κάνει απλά ό,τι κάνουν οι κεντρικοί τραπεζίτες και οι πολιτικοί. 'Αγόρασε' στην Ευρώπη περισσότερο χρόνο. Το πρόγραμμα που ανακοίνωσε για απεριόριστες αγορές ομολόγων είναι μια προσπάθεια να λύσει το γόρδιο δεσμό... που απειλεί να ανατινάξει στη ζώνη του ευρώ στον αέρα: πώς να στηρίξει τις χώρες που είναι πολύ μεγάλες για να διασωθούν από τα συμβατικά ταμεία διάσωσης χωρίς να αφαιρέσει την πίεση για την αναμόρφωση των οικονομιών τους που συνόδευσε τα πολύ υψηλά πρόσφατα επιτόκια.
Η λύση που προτείνει ο  Draghi είναι ότι η ΕΚΤ θα χρησιμοποιήσει τη δύναμη πυρός της μόνο για λογαριασμό των χωρών που έχουν ζητήσει βοήθεια από τα κεφάλαια διάσωσης της ευρωζώνης και θα συμφωνήσουν σε ένα πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής που είναι πιθανό να επιβλέπεται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η επιτυχία του προγράμματος εξαρτάται πλέον εξ ολοκλήρου από το εάν και εφόσον η ευρωζώνη θα σεβαστεί τις προϋποθέσεις αυτές.
Αλλά δεν είναι μόνο οι χώρες σε κρίση που πρέπει να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις, εάν η ζώνη του ευρώ είναι να βγει από την δύσκολη κατάσταση. Η μακροπρόθεσμη επιβίωση του ενιαίου νομίσματος εξαρτάται από την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς της Ευρώπης, όπου εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των κεφαλαίων και των ανθρώπων, και η οποία δεν είναι απλώς θεωρητική αλλά πραγματική. Ως αποτέλεσμα της δημιουργίας της ενιαίας αγοράς το 1992, το ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν 2.2% υψηλότερο το 2006 από ότι θα ήταν διαφορετικά και δημιουργήθηκαν 2.75 εκατ. νέες θέσεις εργασίας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΕ.  Ακόμα κι έτσι, το ενδο-ευρωπαϊκό εμπόριο αγαθών εξακολουθεί να είναι 70% κάτω από αυτό των ΗΠΑ ως ποσοστό του ΑΕΠ, αντικατοπτρίζοντας τη μεγαλύτερη περιφερειακή εξειδίκευση των ΗΠΑ, σημειώνει το think-tank, Open Europe.
Και ενώ υπάρχoυn πλέον ισότιμοι όροι ανταγωνισμού στον τομέα του εμπορίου, σε πάρα πολλούς άλλους τομείς, η ενιαία αγορά παραμένει στάσιμη, θύμα της έλλειψης πολιτικής βούλησης και προστατευτικών συμπεριφορών που σημαίνει υψηλότερο κόστος για καταναλωτές και επιχειρήσεις.
Σε ένα σημαντικό τομέα η ενιαία αγορά έχει κάνει μάλιστα βήματα προς τα πίσω κατά τη διάρκεια της κρίσης. Μετά από μια άνοδο στις διασυνοριακές συναλλαγές κατά την τελευταία δεκαετία, η ευρωπαϊκή αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών έχει αρχίσει να κατακερματίζεται και πάλι, με παράδειγμα την πώληση της ελληνικής θυγατρικής της Crédit Agricole, Εμπορικής Τράπεζας. Πολλές τράπεζες μειώνουν τον διασυνοριακό δανεισμό, ένα ιδιαίτερα σημαντικό πρόβλημα για πολλές χώρες της ανατολικής Ευρώπης τα  τραπεζικά συστήματα των οποίων είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου υπό τον έλεγχο διασυνοριακών δανειστών. Οι ρυθμιστικές αρχές έχουν επίσης συμβάλει στην μείωση της διασυνοριακής δραστηριότητας, περιορίζοντας τον επαναπατρισμό των κεφαλαίων και της ρευστότητας από τις τράπεζες, όπως στη Santander και την Unicredit.
Η δημιουργία μιας πανευρωπαϊκής τραπεζικής εποπτικής αρχής θα είναι ένα μεγάλο βήμα προς την αναστροφή αυτής της 'Βαλκανοποίησης' της χρηματοδότησης, που σημαίνει αύξηση του κόστους δανεισμού και υπονόμευση της ανταγωνιστικότητας των χωρών σε κρίση. Αλλά και πάλι, μια γερμανική τράπεζα είναι απίθανο να δανείσει σε μια φερέγγυα ισπανική εταιρεία με τους ίδιους όρους που θα δάνειζε σε ένα εγχώριο πελάτη έως ότου υπάρξει ένα ενιαίο ευρωπαϊκό ταμείο εγγύησης καταθέσεων, κάτι που μπορεί να πάρει χρόνια.
Αλλά υπάρχουν και άλλοι τομείς όπου η ΕΕ μπορεί να αναλάβει πιο άμεση δράση για την εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς. Έξι χρόνια μετά την Ευρωπαϊκή Οδηγία για τις Υπηρεσίες, οι υπηρεσίες αντακλούν το 71% του συνολικού ΑΕΠ της ΕΕ αλλά μόλις το 3.2% είναι αποτέλεσμα ενδοκοινοτικού εμπορίου, λέει το think-tank Open Europe.
Ο προστατευτισμός παραμένει διαδεδομένος και στον τομέα της ενέργειας, όπου ορισμένες από τις μεγαλύτερες ενεργειακές εταιρείες της Ευρώπης είναι θωρακισμένες μέσα από μυστικές εταιρικές και κυβερνητικές συμμετοχές, και τοπικούς κανονισμούς που δημιουργούν προβλήματα στις επενδύσεις απαραίτητες για την ανάπτυξη μιας πανευρωπαϊκής υποδομής ενέργειας. Κατά την τελευταία δεκαετία, η Ισπανία πολέμησε άγρια ​​ (κατά παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού της ΕΕ) την εισαγωγή διεθνών παικτών στις ενεργειακές αγορές της.
Η γαλλική αγορά ενέργειας παραμένει στην συντριπτική πλειοψηφία της στα χέρια των εγχώριων εταιρειών. Αντί να πωλούν τις συμμετοχές του δημοσίου στις ιταλικές εταιρείες κοινής ωφελείας Enel και ENI για να πληρωθεί το εθνικό χρέος και να ανοίξει ο δρόμος για μια πιο ανταγωνιστική αγορά ενέργειας, ο πρωθυπουργός κ. Mario Monti μεταβιβάζει μεγάλες βιομηχανικές συμμετοχές του δημοσίου στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, και τις χρησιμοποιήσει ως εγγύηση για να δανειστεί από την ΕΚΤ και να αγοράζει κρατικά ομόλογα.
Ένα μεγάλο μέρος της νομοθεσίας που απαιτείται για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς είναι ήδη σε ισχύ. Το μόνο που λείπει είναι η πολιτική βούληση, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την εφαρμογή και την επιβολή της.

Δεν υπάρχουν σχόλια: